Πίσω στην Αρχική
Κοσμάς Πολίτης

Η κορομηλιά

15.00

Καθώς άνοιξε το πορτοφόλι του για να πληρώσει, ξέφυγε από μέσα κάποιο ασημένιο νόμισμα και κύλησε στο πάτωμα του κουρείου. Έσκυψα και το μάζεψα.
– Χμ, αυτό αντιπροσωπεύει σήμερα ολόκληρη περιουσία, του λέω, εξετάζοντάς το. Μονόφραγκο του 1882… Ίσια ίσια που λογάριαζα να κάνω μια επένδυση.
Ο Γιάννης χαμογέλασε και μου το πήρε από το χέρι.
– Ωραίος καιρός, είπε η κοπέλα του ταμείου, κοιτάζοντας μεσ’ από τη τζαμένια πόρτα τον ηλιόλουστο δρόμο.
Όταν βγήκαμε από το κουρείο είχε μια έμπνευση ο Γιάννης:
– Αν δε βιάζεσαι, προτείνω έναν περίπατο στη λεωφόρο Αμαλίας. Είναι μια ευκαιρία σήμερα με τη λιακάδα, μπορεί αύριο κιόλα να κάνει τα δικά του ο τρελλο-Μάρτης.
Προχωρήσαμε στην οδό Πανεπιστημίου.
– Δεν φαντάζομαι, μου λέει, να προτιμάς τον Εθνικό κήπο. Την ώρα τούτη σκοντάφτεις κάθε τόσο πάνω σε νταντάδες και μωρά. Δε θα μας αφήσουν ανενόχλητους και οι κυρίες με την παρουσία τους -όσο κι αν δε νοιάζονται αυτές για τη δική μας. Ίσως γι’ αυτό ίσα ίσα.
– Γνωρίζω κάποιον, του αποκρίθηκα, που όλες τις παιδιάτικες αναμνήσεις του τις ανάγει στον “κήπο”. Και όποτε μιλάει γι’ αυτές βρίσκει πάντα την ευκαιρία ν’ ανακατώσει και κάποια φράση εγγλέζικη. Φαίνεται πως κιόλα οχτώ χρονώ έπαιζε τον Ιούλιο Καίσαρα στο πρωτότυπο. Μα πρέπει ν’ αγαπάς το φίλο σου με τα ελαττώματά του, λέει μια παροιμία. […]
Βγήκαμε στη λεωφόρο. Το αεράκι φύσηξε δροσερό απ’ το Σαρωνικό, ίσως μια ιδέα τσουχτερό ακόμη. Άλλαζε η φρουρά στο μνημείο του Αγνώστου κι ο κόσμος είχε μαζευτή εκεί, πάνω στο πεζοδρόμιο. Η άνοιξη ανέβαινε ως τον ουρανό, τόσο λευκά που αρμένιζαν τα συννεφάκια πάνω στο φωτερό γαλάζιο.
-Η άνοιξη…. το καλοκαίρι… – μονολόγησε ο Γιάννης.
Μια διμοιρία στρατιώτες περνούσαν με βηματισμό κάτω από τις ξεμαλλιασμένες πιπεριές.
Μπροστά στο άγαλμα του Βύρωνα μου λέει ο Γιάννης:
-Οι δικές μου αναμνήσεις δεν είναι από τον “κήπο”. Αν δε βαριέσαι θα σου διηγηθώ μια ιστορία.
Θα τη διηγηθώ κι εγώ όπως την άκουσα κι όσο μπορέσω πω πιστά. Ωστόσο, φοβάμαι πως θα λείπει από την αφήγησή μου κάποια συγκίνηση αγνή, καθώς και η ελαφριά μελαγχολία που θάμπωνε ώρες-ώρες τη φωνή του φίλου μου. Ναι, φαντάζομαι πως η διήγηση χρωστάει το ενδιαφέρον της στη γοητεία της φωνής του -ίσως ακόμα και στη φιλία που νοιώθαμε αμοιβαία με το Γιάννη και που δε μετράει για έναν τρίτο αδιάφορο ακροατή…

Διαθεσιμότητα: 1 σε απόθεμα

View Detail
Κοσμάς ΠολίτηςΕκδόσεις Φέξη