Γνώση και πάθος στη νεότερη φιλοσοφία
€16.00
€17.70 €16.00
Να κ’ η περίπτωση του Ηράκλειτου, που αποτραβήχτηκε στις ελεύθερες εκτάσεις και στα περιστύλια του τεράστιου ναού της Αρτέμιδας: τούτη η “έρημος” ήταν, οπωσδήποτε, πιο άξια – τ’ ομολογώ! Γιατί να μην υπάρχουν και για μας τέτοιοι ναοί; (Χμ, ίσως και να υπάρχουν. Να, μου έρχεται τώρα δα στο νου τ’ ωραιότερο δωμάτιο εργασίας που είχα ποτέ, στην Piazza di San Marco, άνοιξη, δέκα με δώδεκα το πρωί) Ωστόσο, κι ο Ηράκλειτος απέφευγε αυτό που κ’ εμείς αποφεύγουμε σήμερα: το θόρυβο και τη φλυαρία των Εφεσίων, τη δημοκρατία τους, τις πολιτικές αθλιότητες τους, τα νεώτερα κατορθώματα της “αυτοκρατορίας” (της περσικής – με εννοείτε), όλη τη βρομερή πραμάτεια του “σήμερα”, γιατί εμείς οι φιλόσοφοι χρειαζόμαστε πάνω απ’ όλα μια συγκεκριμένη ησυχία: χρειαζόμαστε ανάπαυση απ’ το “σήμερα”.
Στις ιδιωτικές του συζητήσεις ο Χέλμουτ Πλέσνερ συνήθιζε να χαρακτηρίζει τη μουσική ως summum humanum, ανθρώπινη κορύφωση, αναγνωρίζοντας τη θεμελιώδη σημασία της τέχνης αυτής για τη φιλοσοφική ανθρωπολογία και βλέποντας σε αυτήν το κλειδί για την επίλυση αισθητικών και φιλοσοφικών προβλημάτων.
Στην αμιγώς ενόργανη, «καθαρή» μουσική, όπως την αποκαλεί, σε μια μουσική που μπορεί να σταθεί ως τέχνη χωρίς εικόνες και λέξεις, τον ελκύει εκείνη η μοναδική συγχώνευση νοήματος και ήχου, νου και αισθητικότητας, που δείχνει να διαψεύδει τον καρτεσιανό δυισμό στην πράξη. Το να συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο στην επικράτεια μιας αίσθησης, της ακοής, ωθεί τον Πλέσνερ στην αναζήτηση κάτι αντίστοιχου και στην επικράτεια της όρασης. Ανακαλύπτοντάς το στην ευκλείδεια γεωμετρία, στις έμπλεες νοήματος κατασκευές της οποίας συντελείται η ίδια συγχώνευση νου και αισθητικότητας, ο Πλέσνερ είναι βέβαιος πως μεταξύ νου, αισθητικότητας και σωματικής κίνησης –γιατί τέτοιες είναι η μουσική και η ένσκοπη πράξη με τη λανθάνουσα γεωμετρία της– υπάρχουν δομικές αντιστοιχίες τις οποίες η φιλοσοφία δεν μπορεί να αγνοεί.
“Δεν μπορώ” του είπα. “Δεν μπορώ!”
“Σίγουρα;” με ρώτησε αυτός.
“Ναι. Πολύ θα ήθελα να μπορούσα να σταθώ μπροστά της και να της πω τι νιώθω… Ξέρω, όμως, ότι δεν μπορώ.”
Ο Χοντρός κάθισε σαν τον Βούδα πάνω σ’ εκείνες τις φριχτές μπλε πολυθρόνες του γραφείου του. Χαμογέλασε, με κοίταξε στα μάτια και, χαμηλώνοντας τη φωνή όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να τον ακούσουν προσεκτικά, μου είπε:
“Να σου πω μια ιστορία…”
Και χωρίς να περιμένει να συμφωνήσω, ο Χόρχε άρχισε να αφηγείται.
Ο Ντεμιάν είναι ένας ανήσυχος νεαρός φοιτητής που προσπαθεί να ανακαλύψει τον εαυτό του. Οι αναζητήσεις του τον κατευθύνουν στον “Χοντρό”, έναν πολύ ιδιόρρυθμο ψυχαναλυτή που τον βοηθά να αντιμετωπίσει τη ζωή και να βρει απαντήσεις στα ερωτήματά του με έναν τρόπο πολύ πρωτότυπο: σε κάθε συνάντηση, του διηγείται από μία ιστορία, κλασική ή μοντέρνα, “ανατολίτικη” ή “δυτικότροπη”, που πηγάζει από τη λαϊκή προφορική παράδοση ή απευθείας από τη φαντασία του “Χοντρού”. Οι ιστορίες αρχίζουν να λειτουργούν ως παραβολές, και ο Ντεμιάν κατασιγάζει τις αγωνίες και τις ανασφάλειές του, ωριμάζοντας μάλλον, παρά βρίσκοντας “έτοιμες λύσεις” και “συνταγές ευτυχίας”… Οι σχέσεις μεταξύ θεραπευτή και θεραπευομένου δεν είναι -ούτε αυτές- συμβατικές και αναμενόμενες. Καβγάδες, διαφωνίες, συμπάθεια, αντιπάθεια, μίσος και αγάπη αφήνονται ελεύθερα να εκφραστούν, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο δύο μοναδικούς λογοτεχνικούς ήρωες με σάρκα και οστά, προσφιλείς και οικείους στον αναγνώστη. Καμία σχέση εδώ με το στερεότυπο του ψυχαναλυτικού ντιβανιού και του οριζοντιωμένου πάσχοντος. Ο διάλογος και η ανταλλαγή εμπειριών και απόψεων, διανθισμένος με εξαιρετικές αφηγήσεις ιστοριών, τοποθετούν το Να σου πω μια ιστορία στην κατηγορία των λογοτεχνικών βιβλίων, ασχέτως εάν, παγκοσμίως, τοποθετείται κάτω από την ετικέττα: “Βιβλία αυτογνωσίας και αυτοβοήθειας”.
Ένα από τα πιο κλασικά έργα φιλοσοφίας όλων των εποχών.
Ο Έριχ Φρομ σε αυτό το υπέροχο βιβλίο εξηγεί πώς οι δύο τρόποι ύπαρξης, το «να έχεις» ή «να είσαι», παλεύουν για το πνεύμα της ανθρωπότητας. Ο τρόπος ύπαρξης στη βάση του «έχειν» οδηγεί τον άνθρωπο σε έναν απέραντο εγωισμό, σε μια διαρκή ανησυχία μην τυχόν και χάσει ό,τι έχει ή ό,τι ψευδώς νομίζει ότι κατέχει.
Από την άλλη, ο άνθρωπος που ζει για να «είναι», είναι ανεξάρτητος, ελεύθερος, δημιουργικός, του αρέσει να εξελίσσεται, και για αυτόν η αγάπη είναι μια δυναμική κατάσταση ύπαρξης.
Στο βιβλίο Να έχεις ή Να είσαι;, ο Έριχ Φρομ με δεξιότητα αναλύει τις σκέψεις του ωθώντας την ανθρωπότητα σε μια ψυχολογική
επανάσταση: να αντισταθμίσουμε την κενή ζωή που απορρέει από το «έχειν» με μια γεμάτη νόημα ζωή που απορρέει από το «είναι».
Υποσύνολο: €19.20
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies έτσι ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστότοπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Τα απολύτως απαραίτητα cookie πρέπει να είναι ενεργοποιημένα ανά πάσα στιγμή, ώστε να μπορούμε να αποθηκεύσουμε τις προτιμήσεις σας για τις ρυθμίσεις cookie.
If you disable this cookie, we will not be able to save your preferences. This means that every time you visit this website you will need to enable or disable cookies again.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Google Analytics για τη συλλογή ανώνυμων πληροφοριών, όπως ο αριθμός των επισκεπτών στον ιστότοπο και οι πιο δημοφιλείς σελίδες.
Η διατήρηση αυτού του cookie ενεργοποιημένου μας βοηθά να βελτιώσουμε τον ιστότοπό μας.
Please enable Strictly Necessary Cookies first so that we can save your preferences!