Βαδίζοντας
€10.00 €9.00
Καταιγιστική και πυκνή νουβέλα, το Βαδίζοντας οδηγεί τον αναγνώστη στον παράλογο, σκοτεινό και ασυνήθιστα σαρκαστικό κόσμο του Bernhard. Σε αυτό το βιβλίο παρελαύνουν τα ζητήματα που απασχολούν τον συγγραφέα σε όλο του το έργο: τα ανθρώπινα αδιέξοδα, η αυτοκτονία, η ατομική ιδιαιτερότητα ενάντια στις συμβάσεις εξετάζονται μέσα από το καυστικό χιούμορ του Bernhard, την αφηγηματική του δεινότητα, το μοναδικό στιλ γραφής και τη φιλοσοφική οξύνοια που τον κάνουν να ξεχωρίζει.
Το Βαδίζοντας καταγράφει τις συνομιλίες του ανώνυμου αφηγητή και του φίλου του Όλερ ενώ περπατούν, συζητώντας για οτιδήποτε τους έρχεται στο μυαλό, επιστρέφοντας ωστόσο πάντα στον κοινό φίλο τους Κάρερ, ο οποίος έχει οδηγηθεί στην παράνοια. Ίσως το πιο φιλοσοφικό κείμενο του Bernhard που προσφέρει μια διεισδυτική σπουδή για τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του ανθρώπινου νου.
Σχετικά προϊόντα
- Γερμανική-Γερμανόφωνη
Μεφίστο
Klaus MannΤο μυθιστόρημα μιας καριέρας€21.00€19.00“Η ορχήστρα έπαιζε ακόμα φανφάρες, εκκωφαντικά και με ζήλο· ακόμα δεν είχαν καταλαγιάσει οι ζητωκραυγές του πλήθους. Στο μεταξύ, η Λόττε και ο χοντρός [Γκαίρινγκ] βρίσκονταν πια δίπλα στον υπουργό Προπαγάνδας και τον Χέφγκεν. Οι τρεις άνδρες ύψωσαν στα γρήγορα το χέρι, σε μια χαλαρή εκδοχή του επίσημου χαιρετισμού. Έπειτα ο Χέφγκεν, με σοβαρό, διακριτικό χαμόγελο, έσκυψε πάνω από το χέρι της μεγάλης κυρίας. Ιδού, οι τέσσερίς τους, έρμαια της φλογερής περιέργειας ενός επιλεγμένου κοινού: τέσσερις ισχυροί αυτής της χώρας, τέσσερις φορείς εξουσίας, τέσσερις θεατρίνοι – το αφεντικό της πληροφόρησης, ο ειδικός στις θανατικές καταδίκες και στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, η ευαίσθητη σύζυγος και ο χλομός ραδιούργος. Και το διαλεχτό κοινό να παρατηρεί πώς ο χοντρός χτύπησε φιλικά στον ώμο τον διευθυντή του θεάτρου με τόση θέρμη που αντήχησε παντού, και πώς, γελώντας τραχιά, τον ρώτησε: “Λοιπόν, πώς πάει, Μεφίστο;”
Το μυθιστόρημα “Μεφίστο” διηγείται την ιστορία του ηθοποιού Χέντρικ Χέφγκεν, από το ξεκίνημά του στο Θέατρο Τέχνης του Αμβούργου το 1926 μέχρι το 1936 που ο Χέφγκεν αναδείχθηκε λαμπρό αστέρι του νέου Ράιχ.
Όταν οι ναζί καταλαμβάνουν την εξουσία στη Γερμανία, εκείνος απαρνείται το κομμουνιστικό παρελθόν του και εγκαταλείπει σύζυγο και ερωμένη για να συνεχίσει να παίζει στο θέατρο. Ο πτέραρχος πρωθυπουργός και ο υπουργός Προπαγάνδας τον πρόσεξαν στην παράσταση του Μεφίστο και ο Χέφγκεν έγινε διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου. Συνάπτει λοιπόν συμφωνία με τον Διάβολο προδίδοντας τις αξίες που άλλοτε υποστήριζε. Στο τέλος γίνεται “μαϊμού της εξουσίας”, “παλιάτσος που διασκεδάζει δολοφόνους”. Αλλά οι ηθικές συνέπειες της προδοσίας του αρχίζουν να τον κυνηγούν, μετατρέποντας τον κόσμο των ονείρων του σε εφιάλτη.
Το βιβλίο είναι ένα πανόραμα της κοινωνίας στο Γ’ Ράιχ – με σαφή στοιχεία σάτιρας. Ο Κλάους Μανν βλέπει τον ηθοποιό Χέφγκεν ως το σύμβολο “ενός εξ ολοκλήρου αναληθούς, ανήθικου καθεστώτος”, όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του.
Το Μεφίστο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1936 στο Άμστερνταμ, στον εκδοτικό οίκο Querido, που εξέδιδε βιβλία εξόριστων γερμανόφωνων συγγραφέων, όπως του Alfred Doblin, του Heinrich Mann, του Joseph Roth και της Anna Seghers. Μετά την πρώτη του έκδοση, δημοσιεύτηκε σύντομα σε 19 χώρες. Το 1966, η κυκλοφορία του στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας απαγορεύτηκε με δικαστική απόφαση. Το 1981, παρά την απαγόρευση, κυκλοφόρησε μια νέα έκδοσή του και το βιβλίο απέκτησε φανατικό κοινό - Γερμανική-Γερμανόφωνη
Μπιλιάρδο στις εννιάμισι
Heinrich Böll€18.00€16.20NOBEL 1972
Με αφορμή την ιστορία τριών γενεών της οικογένειας Φαίμελ, αρχιτεκτόνων σε μια πόλη της Ρηνανίας, ο Χάινριχ Μπελ βιογραφεί την ίδια τη Γερμανία. Το “Μπιλιάρδο στις εννιάμισι”, που κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1959 γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία, παρουσιάζει σε μια αριστοτεχνική σύνθεση τη μεγάλη εικόνα της γερμανικής «πραγματικότητας» κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, με ιδιαίτερη έμφαση στην περίοδο του ναζισμού και στις ύστερες επιβιώσεις του. Οι Φαίμελ, δημιουργοί όσο και καταστροφείς, αντιπροσωπεύουν με τη διττή τους αυτή υπόσταση μια θεμελιώδη αντίθεση, που ο Μπελ την ερμηνεύει μέσω των συμβολισμών του «αμνού» και του «βούβαλου»: τη σύγκρουση ανάμεσα στο άτομο με την ακηδεμόνευτη και ελεύθερη σκέψη, από τη μια, και τους καιροσκόπους «πολλούς» που ασκούν ή έστω αποδέχονται τη βία, από την άλλη.
«Θαρραλέα και νηφάλια περιγραφή της μοίρας της Γερμανίας από έναν Γερμανό, μαρτυρία και ομολογία υπέρ του “αμνού”, μια οιονεί μυστικιστική έκθεση πενήντα χρόνων ιστορίας, είναι αναμφισβήτητα το μείζον έργο του Χάινριχ Μπελ» (Luc Estang)
«Τολμηρό και υπνωτιστικό… ένας εκτενής μονόλογος πάνω στη μνήμη και στις αστήρικτες ελπίδες» (The Wall Street Journal)
«Ο Μπελ ξέρει τέλειο σημάδι: τα βέλη του είναι αιχμηρά, τα φτερά του λεία, οι στόχοι αμέτρητοι» (The New York Times)
«Το έργο του φτάνει στο υψηλότερο επίπεδο δημιουργικής πρωτοτυπίας και υφολογικής τελειότητας» (The Daily Telegraph)
«Ο ισχυρισμός ότι ο Μπελ είναι ο αληθινός διάδοχος του Τόμας Μαν μπορεί να στηριχτεί απόλυτα στο μυθιστόρημα “Μπιλιάρδο στις εννιάμισι”» (The Scotsman) - Γερμανική-Γερμανόφωνη
Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΑΧΑΙΡΑ: μιά μαγιάτικη ιστορία
Peter Handke€14.00€12.60Nobel 2019
Ο έφηβος τη ρώτησε, αυτήν που δεν είχε κλείσει ακόμα τα σαράντα και παρέμενε η ωραία του χωριού και εν ανάγκη και της πόλης, γιατί δεν είχε προβάλει με κάποιον τρόπο, όχι, με τον δικό της τρόπο, αντίσταση στο Ράιχ των εγκληματιών. Αυτό διατυπώθηκε σαν ερώτηση, ήταν όμως ψόγος, σκληρός, άγριος, επειδή αφενός ήμουν θρασύς, κυρίως όμως επειδή δεν μπορούσα να καταλάβω κι επειδή ένιωθα έναν θυμό που δεν έχει κοπάσει μέχρι σήμερα.
Θα μπορούσα να αποπάρω και κάποιον άλλο από την οικογένεια ή και εκτός οικογένειας. Μόνο που δεν ήξερα ποιόν, κι όλα τα ξεσπάσματά μου είχαν σαν μοναδικό θύμα, τότε τουλάχιστον, την αθώα μητέρα μου. Δεν απαντούσε, σταύρωνε μόνο βουβά τα χέρια. Και μετά έβαζε τα κλάματα, χωρίς να βγάζει κουβέντα, σιγόκλαιγε, έκλαιγε με λυγμούς μπροστά στον επίδοξο δικαστή της. Και οι λυγμοί της δεν θα σταματήσουν ποτέ».
Η εσωτερική επιταγή για εκδίκηση, και στο φόντο μια τύψη, κινεί τον ήρωα στο πιο πρόσφατο έργο του Πέτερ Χάντκε, που κυκλοφόρησε λίγο μετά την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας 2019. Η περιπλάνησή του στον κόσμο συνεχίζεται με έναν καινούργιο σκοπό: να εκδικηθεί μια δημοσιογράφο που ζει κάπου εκεί κοντά. Σε άρθρο της πριν από χρόνια είχε προσβάλει την «αγία μητέρα» του αφηγητή υποστηρίζοντας ψευδώς ότι όταν η Αυστρία προσαρτήθηκε στο Τρίτο Ράιχ αυτή ζητωκραύγαζε τον Χίτλερ.
Όλα δείχνουν ότι η πολιτική βεβήλωση της μητρικής μνήμης οδηγεί τον γιο στον φόνο. Ή μήπως όχι; Μήπως είμαστε αφελείς, όπως οι μαθητές του Ιησού που πήραν κατά λέξη την προτροπή του να εξοπλιστούν με μια δεύτερη μάχαιρα ενόψει των παθών; Το σχετικό χωρίο του Λουκά δίνει εξάλλου και τον τίτλο του βιβλίου. Το ταξίδι του ήρωα εξελίσσεται σε οδοιπορικό στη σημερινή κοινωνία/γεμάτο υπαινιγμούς για τις ανθρώπινες σχέσεις, τη διαστροφή της πολιτικής και της δικαιοσύνης, τη νέα Ιερά Εξέταση του πολιτικά ορθού - Γερμανική-Γερμανόφωνη
Οι εκατό μέρες
Joseph Roth€15.90€14.30Ο ασύγκριτος Γιόζεφ Ροτ, στο μυθιστόρημα αυτό του 1935, φαντάζεται τις τελευταίες ένδοξες μέρες του Ναπολέοντα, τις εκατό μέρες αφότου κατάφερε να δραπετεύσει από τη νήσο Έλβα ως την τελειωτική του ήττα στο Βατερλώ. Η αφήγηση αυτού του εντυπωσιακού έργου, που τοποθετείται στο πρώτο εξάμηνο του 1815 κυρίως στο Παρίσι, γίνεται από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες: Από τη μία είναι ο ίδιος ο Ναπολέοντας κι από την άλλη η ταπεινή αφοσιωμένη πλύστρα του παλατιού Αντζελίνα Πιέτρι, μια άτυχη κοπέλα που του ‘χει δώσει οριστικά και αμετάκλητα την καρδιά της. Ο Ροτ καταφέρνει να εκφράσει με αριστοτεχνικό τρόπο τη βαθιά θλίψη που συνδέει τη μοίρα τους. Η λυρική κομψότητα και οι υποβλητικές ατμοσφαιρικές λεπτομέρειες, που αποτελούν την υπογραφή του Ροτ, στις “Εκατό μέρες” αγγίζουν την τελειότητα. Αυτό που ιδίως ελκύει τον Ροτ -το αποκαλύπτει σε μια επιστολή- είναι η δυνατότητα να δείξει τον Ναπολέοντα “στη μόνη φάση της ζωής του στην όποια εμφανίζεται η “ανθρώπινη” πλευρά του και συνάμα η δυστυχία του… Θέλησα να παρουσιάσω έναν “μεγάλο άνδρα” σαν έναν “ταπεινό” άνθρωπο”. Για να δείξει αυτή την κρυφή πλευρά του Ναπολέοντα, τη στραμμένη προς το σκοτάδι και την αυτοκαταστροφή, ο Ροτ διεισδύει με λεπτότητα και ταυτόχρονα με ωμότητα στην ψυχολογία του. Αλλά το πιο επιτυχημένο τέχνασμα ήταν το ότι αντιστοίχισε τη μοιραία πορεία του Ναπολέοντα -πολύ δύσκολο να την αφηγηθείς μετά τις τόσες εξιστορήσεις που έχουν γίνει- με εκείνη της άσημης Αντζελίνας Πιέτρι, μιας πλύστρας στο παλάτι, μίας εκ των αναρίθμητων γυναικών που “όπως όλες οι γυναίκες της χώρας (ίσως κι όλες οι γυναίκες όλης της γης) αγαπούσαν τον αυτοκράτορα “. Στο τέλος, μολονότι η σκιά της Ιστορίας μοιάζει να δυναστεύει το πάντα, θα φανεί πως οι δύο μοίρες κατά κάποιο τρόπο συγκλίνουν στην απόγνωση και σε μια πεισματική αφοσίωση.