Σε περίπτωση ατυχήματος
€11.70
€13.00 €11.70
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) είναι σε εξέλιξη. Ένα πρωί, ο λοχαγός Αρμάν δίνει μέσα από τα χαρακώματα το σύνθημα της επίθεσης εναντίον των Γερμανών. Οι στρατιώτες εφορμούν. Ανάμεσά τους ο Αλφά Ντιάγε και ο Μαντέμπα Ντιοπ, δυο Σενεγαλέζοι που μάχονται, μαζί με τόσους άλλους ομοεθνείς τους, για τα γαλλικά χρώματα. Λίγα μέτρα μετά την έξοδό τους από το χαράκωμα, ο Μαντέμπα πέφτει θανάσιμα πληγωμένος μπροστά στα μάτια του Αλφά, του παιδικού του φίλου που τον είχε πάνω κι από αδελφό.
Από δω και πέρα, η αφήγηση ακολουθεί τον Αλφά καθώς βυθίζεται στην τρέλα μετά τον θάνατο του φίλου του και αδελφού της καρδιάς του, για τον οποίο αισθάνεται υπεύθυνος. Η ενοχή και οι τύψεις τον στοιχειώνουν, μετατρέποντας αυτό τον εικοσάχρονο από ένα μικρό χωριό της Αφρικής, που βρέθηκε σ’ αυτή την ουδέτερη ζώνη, σε μηχανή θανάτου: γίνεται το οπλισμένο χέρι του Θεού, το πρόσωπο της μοίρας για τους «εχθρούς με τα γαλάζια μάτια», και σπέρνει τον τρόμο ακόμα και στους δικούς του. Μοναχικός πολεμιστής, αγρίμι ανελέητο μέσα στο στόμα του τέρατος, μονολογεί για τις «δύο όψεις που έχουν τα πράγματα» και προβληματίζεται για τη σχετικότητα των αρχών και των αξιών. Ως έσχατη αντίσταση στο πρώτο μακελειό του 20ού αιώνα, επαναφέρει στη μνήμη του τη ζωή στην Αφρική, έναν κόσμο χαμένο πια, που ξαναζωντανεύει.
Μυθιστόρημα με αναπάντεχη για το θέμα του ποιητική γλώσσα, ακολουθεί τον ρυθμό της μητρικής γλώσσας του αφηγητή, με φράσεις που επαναλαμβάνονται στην αφήγηση σαν επωδός, δημιουργώντας μια ηχώ που συνδέει τον Αλφά Ντιάγε με την πατρίδα του. «Μουσικός των λέξεων», ο συγγραφέας δίνει φωνή σε όσους επέζησαν και είδαν «τα κορμιά ριγμένα στα σαγόνια της γης […] τις ψυχές δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι», αλλά δεν μίλησαν. Ήταν ο πόλεμος, ακραία συνθήκη που ανατρέπει όλους τους κανόνες και ξυπνά το θηρίο που βρίσκεται σε νάρκη μέσα στον καθένα μας.
Δευτέρα. Κοιμήθηκα πολύ αργά την προηγούμενη. Σηκώθηκα πολύ νωρίς. Ανεβαίνουμε το λιμάνι της Νέας Υόρκης. Καταπληκτικό Θέαμα παρά την καταχνιά ή και εξαιτίας της. Εδώ βρίσκονται η τάξη, η εξουσία, η οικονομική ισχύς. Η καρδιά τρέμει μπροστά σε τόση θαυμαστή απανθρωπιά.
Αποβιβάζομαι τελικά στις 11 το πρωί μετά από πολλαπλές διατυπώσεις που έχουν να κάνουν μόνο μ’ εμένα, μια και είμαι ο μοναδικός ανάμεσα σε όλους τους επιβάτες που τον αντιμετωπίζουν σαν ύποπτο. Ο αξιωματικός της Υπηρεσίας Μετανάστευσης ζητά τελικά συγγνώμη που με καθυστέρησε τόσο πολύ. Ήμουν υποχρεωμένος, αλλά δεν μπορώ να σας εξηγήσω τον λόγο.
Αργά τη νύχτα, πάνω στο κοιμισμένο πλοίο, κοιτάζω το σκοτάδι. Η περίεργη σελήνη του νότιου ημισφαιρίου, πεπλατυσμένη στην κορυφή της, φωτίζει τα νερά προς τη μεριά του Νότου. Φανταζόμαστε αυτά τα χιλιάδες χιλιόμετρα, αυτές τις μοναξιές όπου τα βαθιά και λαμπερά νερά έχουν την όψη μιας ελαιώδους γης. Αυτό τουλάχιστον θα ήταν η γαλήνη.
Ο Αλμπέρ Καμύ ταξίδεψε στις ΗΠΑ από τον Μάρτιο μέχρι τον Μάιο του 1946 και ύστερα στη Νότια Αμερική από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο του 1949. Το ύφος στα δυο ημερολόγια διαφέρει αισθητά. Στη Βόρεια Αμερική πηγαίνει ως δημοσιογράφος που ανακαλύπτει, με βλέμμα άλλοτε γεμάτο θαυμασμό και άλλοτε επικριτικό, την υπερβολή του Νέου Κόσμου. Ωστόσο, δεν ξεχνά τις τότε προτεραιότητές του και, κυρίως, την Πανούκλα. Στη Νότια Αμερική ταξιδεύει σαν επίσημος καλεσμένος, σαν μια διασημότητα, ενώ προοδευτικά υποψιάζεται έναν νέο παροξυσμό φυματίωσης. Η διαδρομή του είναι παράλληλη με τη διαδρομή της αρρώστιας του, που την ανακαλύπτει εκ νέου…
Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (1957)
ΑΠΡΙΛΙΟΣ, 1940
Τα γερμανικά στρατεύματα προελαύνουν προς το Παρίσι, ο γαλλικός στρατός βρίσκεται σε άτακτη υποχώρηση και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι τρέπονται σε φυγή, χωρίς τρόφιμα, χωρίς νερό, χωρίς βενζίνη για τα αυτοκίνητά τους, αναζητώντας κάποιο ασφαλές μέρος.
Την ίδια στιγμή μια τριαντάχρονη δασκάλα, η Λουίζ, τρέχει γυμνή στο μπουλβάρ Μονπαρνάς. Ποια είναι η τραγική εμπειρία που μόλις βίωσε; Γιατί θα κατηγορηθεί για εκβιασμό;
Η Λουίζ θα βυθιστεί μέσα στην τρέλα μιας εποχής που όμοιά της δεν είχε υπάρξει στην ιστορία. Συνοδευόμενη από τον πιστό κύριο Ζιλ θα πάρει κι αυτή τον δρόμο της φυγής, διανύοντας συγχρόνως και τη διαδρομή της προσωπικής της ιστορίας στην προσπάθειά της να εξιχνιάσει το οδυνηρό μυστικό που διέλυσε τη ζωή της μητέρας της.
Καθώς ολόκληρη η Γαλλία καταλαμβάνεται από τον πανικό της εξόδου και βουλιάζει στο χάος, μέσα από το σκηνικό του πολέμου αναδύονται ήρωες αλλά και δειλοί, ψεύτες και απατεώνες, αλλά και άνθρωποι με ειλικρινή αισθήματα, υψηλές αξίες και καλές προθέσεις.
Οικογενειακά μυστικά, σπουδαίοι χαρακτήρες, δυνατή αφήγηση, ανατροπές, σκωπτικό και τραγικό ύφος. Το ταλέντο του Πιερ Λεμέτρ, βραβευμένου με το Γκονκούρ για το έργο του Καλή αντάμωση εκεί ψηλά, φτάνει εδώ στην κορύφωσή του.
Τρεις γενιές ζωγράφων στη μαοϊκή Κίνα. Ο παππούς, αγρότης σε ένα απομονωμένο χωριό στους πρόποδες των Ιμαλαΐων, ερασιτέχνης ζωγράφος κλασικότροπης τεχνοτροπίας, μεταδίδει στον γιο του τον Κιγουάι το πάθος για τη ζωγραφική. Ο Κιγουάι, παρά τις παρακλήσεις της μητέρας του, ζωγραφίζει από το πρωί ως το βράδυ στην αγορά του Για’αν, στα σκιερά μονοπάτια του Σετσουάν, στους αγρούς, αλλά και στο σχολείο. Η ζωή είναι σκληρή, η κολεκτιβοποίηση της γης βρίσκεται στο αποκορύφωμά της, η πείνα αποδεκατίζει τους χωρικούς, οι αρχέγονες παραδόσεις τίθενται υπό διωγμό από τη βίαιη Πολιτιστική Επανάσταση. Χάρη σε έναν ερυθροφρουρό που εκτιμά το ταλέντο του, ο Κιγουάι καταφέρνει να ξεφύγει από τη σκληρή δουλειά στα χωράφια και τη διαρκή αναδιαπαιδαγώγηση. Η ζωή του αλλάζει. Φεύγει για σπουδές στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Πεκίνου. Εγκαταλείποντας την παραδοσιακή τεχνική που του κληροδότησε ο πατέρας του, οργανώνεται στο Κόμμα, συμμορφώνεται με τη γραμμή που αυτό επιβάλλει στα ζητήματα της αισθητικής και της τεχνοτροπίας, και ακολουθεί την περιπετειώδη, με τα πάνω και τα κάτω της, καριέρα του επίσημου ζωγράφου του κινεζικού καθεστώτος, μεταδίδοντας κι εκείνος, με τη σειρά του, την αγάπη για τη ζωγραφική στον δικό του γιο. Εκείνος όμως ζει τα χρόνια της αμφισβήτησης, της αναζήτησης νέων, πρωτοποριακών μορφών στην τέχνη, της διεκδίκησης της ελευθερίας, που κορυφώνεται στην πλατεία Τιεν Αν Μεν.
Ιστορικό και πολιτικό μυθιστόρημα, στοχασμός για την ελευθερία της τέχνης και τον ολοκληρωτισμό, το “Αφέντες και δούλοι” εξετάζει, επιπλέον, με ευαισθησία και οξυδέρκεια τη σχέση πατέρα-γιου..
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies έτσι ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστότοπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Τα απολύτως απαραίτητα cookie πρέπει να είναι ενεργοποιημένα ανά πάσα στιγμή, ώστε να μπορούμε να αποθηκεύσουμε τις προτιμήσεις σας για τις ρυθμίσεις cookie.
If you disable this cookie, we will not be able to save your preferences. This means that every time you visit this website you will need to enable or disable cookies again.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Google Analytics για τη συλλογή ανώνυμων πληροφοριών, όπως ο αριθμός των επισκεπτών στον ιστότοπο και οι πιο δημοφιλείς σελίδες.
Η διατήρηση αυτού του cookie ενεργοποιημένου μας βοηθά να βελτιώσουμε τον ιστότοπό μας.
Please enable Strictly Necessary Cookies first so that we can save your preferences!