Σε περίπτωση ατυχήματος
€11.70
€13.00 €11.70
Δευτέρα. Κοιμήθηκα πολύ αργά την προηγούμενη. Σηκώθηκα πολύ νωρίς. Ανεβαίνουμε το λιμάνι της Νέας Υόρκης. Καταπληκτικό Θέαμα παρά την καταχνιά ή και εξαιτίας της. Εδώ βρίσκονται η τάξη, η εξουσία, η οικονομική ισχύς. Η καρδιά τρέμει μπροστά σε τόση θαυμαστή απανθρωπιά.
Αποβιβάζομαι τελικά στις 11 το πρωί μετά από πολλαπλές διατυπώσεις που έχουν να κάνουν μόνο μ’ εμένα, μια και είμαι ο μοναδικός ανάμεσα σε όλους τους επιβάτες που τον αντιμετωπίζουν σαν ύποπτο. Ο αξιωματικός της Υπηρεσίας Μετανάστευσης ζητά τελικά συγγνώμη που με καθυστέρησε τόσο πολύ. Ήμουν υποχρεωμένος, αλλά δεν μπορώ να σας εξηγήσω τον λόγο.
Αργά τη νύχτα, πάνω στο κοιμισμένο πλοίο, κοιτάζω το σκοτάδι. Η περίεργη σελήνη του νότιου ημισφαιρίου, πεπλατυσμένη στην κορυφή της, φωτίζει τα νερά προς τη μεριά του Νότου. Φανταζόμαστε αυτά τα χιλιάδες χιλιόμετρα, αυτές τις μοναξιές όπου τα βαθιά και λαμπερά νερά έχουν την όψη μιας ελαιώδους γης. Αυτό τουλάχιστον θα ήταν η γαλήνη.
Ο Αλμπέρ Καμύ ταξίδεψε στις ΗΠΑ από τον Μάρτιο μέχρι τον Μάιο του 1946 και ύστερα στη Νότια Αμερική από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο του 1949. Το ύφος στα δυο ημερολόγια διαφέρει αισθητά. Στη Βόρεια Αμερική πηγαίνει ως δημοσιογράφος που ανακαλύπτει, με βλέμμα άλλοτε γεμάτο θαυμασμό και άλλοτε επικριτικό, την υπερβολή του Νέου Κόσμου. Ωστόσο, δεν ξεχνά τις τότε προτεραιότητές του και, κυρίως, την Πανούκλα. Στη Νότια Αμερική ταξιδεύει σαν επίσημος καλεσμένος, σαν μια διασημότητα, ενώ προοδευτικά υποψιάζεται έναν νέο παροξυσμό φυματίωσης. Η διαδρομή του είναι παράλληλη με τη διαδρομή της αρρώστιας του, που την ανακαλύπτει εκ νέου…
Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (1957)
Πάκο Μαρτίνεθ, που τον γνωρίσαμε στο Μαύρο Αλγέρι, την Κόκκινη Μασσαλία, το Παρίσι μπλουζ και τη Λευκή Καραϊβική, εργάζεται ως δημοσιογράφος και ασφυκτιά μέσα στη ρουτινιάρικη ατμόσφαιρα της δουλειάς του. Νοσταλγεί τα χρόνια της δράσης, τότε που ήταν αστυνομικός. Βρισκόμαστε στο 1978. Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες απάγουν τον Άλντο Μόρο. Ο Πάκο πείθει την εφημερίδα του να τον στείλει στη Ρώμη για να καλύψει το γεγονός. Εκεί γνωρίζει τη γοητευτική δημοσιογράφο της La Repubblica Λέα Τρότσκι, που τον βοηθά ως διερμηνέας και πληροφοριοδότρια.
Αποσπάσματα του ημερολογίου και των επιστολών, που έγραφε ο Άλντο Μόρο κατά τη διάρκεια της κράτησής του, παρεμβάλλονται στην αφήγηση, δείχνοντας ότι εκείνος είχε συνειδητοποιήσει πως η κυβέρνηση θα τον θυσίαζε στον βωμό της αρχής “δεν διαπραγματευόμαστε με τους τρομοκράτες”.
Η Λέα πέφτει θύμα ενός ύποπτου τροχαίου ατυχήματος. Ο Πάκο ρίχνεται με κέφι στην έρευνα και αυτής της υπόθεσης. Ξαναβρίσκει τα αντανακλαστικά του αστυνομικού που κάποτε υπήρξε: την αδρεναλίνη, την αγάπη για την περιπέτεια, τις ανατροπές και τις εκπλήξεις.
Όσο ο Πάκο βρίσκεται στη Ρώμη, η γυναίκα του, η Ιρέν, ανακαλύπτει καταχωνιασμένο ένα χειρόγραφο του πατέρα της που, με μυθιστορηματικό τρόπο, εξιστορεί την αστυνομική επιχείρηση που διεξήχθη το 1899 κατά της αντισημιτικής οργάνωσης “Η Μεγάλη Δύση της Γαλλίας”, η οποία εξέδιδε και την κολοσσιαίας κυκλοφορίας εφημερίδα Ο Αντιεβραίος. Πίσω από την αφήγηση, αποκαλύπτονται σιγά σιγά οικογενειακά μυστικά που ίσως ρίξουν φως στην αυτοκτονία του πατέρα της.
Συνθέτοντας με μαεστρία και συναρπαστικό τρόπο τα δύο επίπεδα της αφήγησής του, ο Αττιά μιλάει για την αναζήτηση της αλήθειας, τον εξτρεμισμό και τη βία, τη μεγάλη και τη μικρή Ιστορία, τις οικογενειακές σχέσεις, τον έρωτα, τη φιλία και την αφοσίωση, την κατάφαση στη ζωή και την άρνηση του θανάτου.
“Είναι ένα ταξίδι. Στην αρχή αυτού του ταξιδιού, λέει ένα ζεν ποίημα, το βουνό πέρα μακριά μοιάζει με βουνό. Όσο κρατά το ταξίδι, το βουνό δεν σταματά ν’ αλλάζει όψη. Δεν το αναγνωρίζεις πια, μια ολόκληρη φαντασμαγορία αντικαθιστά το βουνό, ούτε που ξέρεις πλέον προς τα πού κατευθύνεσαι. Στο τέλος του ταξιδιού, να το πάλι το βουνό, αλλά δεν έχει καμιά σχέση με ό,τι διέκρινες από μακριά καιρό πριν, όταν ξεκίνησες. Τώρα είναι στ’ αλήθεια το βουνό. Το βλέπεις επιτέλους. Έχεις φτάσει. Να σε.”
Η παρακολούθηση ενός σεμιναρίου εντατικού διαλογισμού διακόπτεται βίαια για τον συγγραφέα λόγω της τρομοκρατικής επίθεσης στα γραφεία του περιοδικού Charlie Hebdo στο Παρίσι, η οποία στοιχίζει τη ζωή στον φίλο του Μπερνάρ Μαρίς. Καταβαραθρωμένος στη συνέχεια από μια μείζονα κρίση, ο συγγραφέας αναγκάζεται να νοσηλευτεί σε ψυχιατρικό νοσοκομείο και να έρθει αντιμέτωπος με τους χειρότερους εφιάλτες του. Επόμενοι σταθμοί: ένα ρεπορτάζ στη Βαγδάτη, οικογενειακές διακοπές στην Πάτμο, ένα εργαστήρι δημιουργικής γραφής για νεαρούς πρόσφυγες στη Λέρο. Στο φόντο όλων αυτών: η εύθραυστη ισορροπία των δυνάμεων που συγκροτούν τη ζωή και απειλούν να διαμελίσουν τον εαυτό, των δυνάμεων που νοηματοδοτούν το πέρασμά μας από τον κόσμο.
“Ο Εμμανυέλ Καρρέρ δεν περιγράφει απλώς τι σημαίνει για τον ίδιο η γιόγκα, αλλά συνθέτει ένα υπέροχο μυθιστορηματικό της είδωλο για να αφηγηθεί τη φρίκη απέναντι στον εαυτό μας όσο και την υπομονή με την οποία πασχίζουμε να αγαπήσουμε τους άλλους, να σωθούμε, να τα καταφέρουμε στη ζωή. Ένα βιβλίο γεμάτο αγάπη, αστείο και τρομακτικό, απείρως ειλικρινές, για τη συγκλονιστική δυσκολία τού να είσαι ο εαυτός σου. Ποτέ ο Καρρέρ δεν έφτασε τόσο μακριά σε αυτή την εξερεύνηση”.
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) είναι σε εξέλιξη. Ένα πρωί, ο λοχαγός Αρμάν δίνει μέσα από τα χαρακώματα το σύνθημα της επίθεσης εναντίον των Γερμανών. Οι στρατιώτες εφορμούν. Ανάμεσά τους ο Αλφά Ντιάγε και ο Μαντέμπα Ντιοπ, δυο Σενεγαλέζοι που μάχονται, μαζί με τόσους άλλους ομοεθνείς τους, για τα γαλλικά χρώματα. Λίγα μέτρα μετά την έξοδό τους από το χαράκωμα, ο Μαντέμπα πέφτει θανάσιμα πληγωμένος μπροστά στα μάτια του Αλφά, του παιδικού του φίλου που τον είχε πάνω κι από αδελφό.
Από δω και πέρα, η αφήγηση ακολουθεί τον Αλφά καθώς βυθίζεται στην τρέλα μετά τον θάνατο του φίλου του και αδελφού της καρδιάς του, για τον οποίο αισθάνεται υπεύθυνος. Η ενοχή και οι τύψεις τον στοιχειώνουν, μετατρέποντας αυτό τον εικοσάχρονο από ένα μικρό χωριό της Αφρικής, που βρέθηκε σ’ αυτή την ουδέτερη ζώνη, σε μηχανή θανάτου: γίνεται το οπλισμένο χέρι του Θεού, το πρόσωπο της μοίρας για τους «εχθρούς με τα γαλάζια μάτια», και σπέρνει τον τρόμο ακόμα και στους δικούς του. Μοναχικός πολεμιστής, αγρίμι ανελέητο μέσα στο στόμα του τέρατος, μονολογεί για τις «δύο όψεις που έχουν τα πράγματα» και προβληματίζεται για τη σχετικότητα των αρχών και των αξιών. Ως έσχατη αντίσταση στο πρώτο μακελειό του 20ού αιώνα, επαναφέρει στη μνήμη του τη ζωή στην Αφρική, έναν κόσμο χαμένο πια, που ξαναζωντανεύει.
Μυθιστόρημα με αναπάντεχη για το θέμα του ποιητική γλώσσα, ακολουθεί τον ρυθμό της μητρικής γλώσσας του αφηγητή, με φράσεις που επαναλαμβάνονται στην αφήγηση σαν επωδός, δημιουργώντας μια ηχώ που συνδέει τον Αλφά Ντιάγε με την πατρίδα του. «Μουσικός των λέξεων», ο συγγραφέας δίνει φωνή σε όσους επέζησαν και είδαν «τα κορμιά ριγμένα στα σαγόνια της γης […] τις ψυχές δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι», αλλά δεν μίλησαν. Ήταν ο πόλεμος, ακραία συνθήκη που ανατρέπει όλους τους κανόνες και ξυπνά το θηρίο που βρίσκεται σε νάρκη μέσα στον καθένα μας.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies έτσι ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστότοπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Τα απολύτως απαραίτητα cookie πρέπει να είναι ενεργοποιημένα ανά πάσα στιγμή, ώστε να μπορούμε να αποθηκεύσουμε τις προτιμήσεις σας για τις ρυθμίσεις cookie.
If you disable this cookie, we will not be able to save your preferences. This means that every time you visit this website you will need to enable or disable cookies again.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Google Analytics για τη συλλογή ανώνυμων πληροφοριών, όπως ο αριθμός των επισκεπτών στον ιστότοπο και οι πιο δημοφιλείς σελίδες.
Η διατήρηση αυτού του cookie ενεργοποιημένου μας βοηθά να βελτιώσουμε τον ιστότοπό μας.
Please enable Strictly Necessary Cookies first so that we can save your preferences!