Ο ΘΕΟΣ ΚΌΝΑΝΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΤΟ ΛΕΓΟΜΕΝΟ ΚΑΤΑΒΥΘΙΣΗ
€10.00 €9.00
Tο 1943, μέσα στην Κατοχή, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Σ. Νικολοπούλου το διήγημα O θεός Κόνανος και το μοναστήρι του το λεγόμενο καταβύθιση. Ο παραδοσιακός και συνάμα σύγχρονος Φώτης Κόντογλου, σε αυτό το σκληρό κείμενό του καταφεύγει στη γλώσσα της παραβολής για να στείλει, κατά πολλούς, το δικό του αντιφασιστικό μήνυμα στον αναγνώστη και να καταγγείλει με τόλμη τη βαναυσότητα εκείνης της εποχής, αλλά και την ανθρώπινη ματαιοδοξία.
Αναστατική έκδοση, όπως δηλαδή την είχε εκδώσει ο ίδιος το 1943. Συνοδεύεται από εκδοτικό σημείωμα του Σταύρου Ζουμπουλάκη, όπου θα παρουσιάζεται η εκδοτική ιστορία του βιβλίου.
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική πεζογραφία
Εντολή
Διδώ Σωτηρίου€17.25€15.50Η «Εντολή» της Διδώς Σωτηρίου είναι ένα βιβλίο πολιτικής λογοτεχνίας με καυτά βιώματα. Ζωντανεύει μυθιστορηματικά τις περιπέτειες της μεταπελευθερωτικής Ελλάδας (1944-1952), που δεν έπαψε να ‘χει τη μοίρα του Σίσυφου. Με πλαίσιο το χρονικό της σύλληψης, της δίκης και της εκτέλεσης του Κωστή, ενός παλικαριού που δεν αργούμε να μάθουμε πως είναι ο Νίκος Μπελογιάννης, παρακολουθούμε με σφιγμένη ανάσα να γκρεμίζονται στο χάος οι προσδοκίες, τα όνειρα και οι θυσίες του ελληνικού λαού για να στεριώσει το δρόμο του ο ιμπεριαλισμός στην Ανατολική Μεσόγειο. Εφιαλτικές πλεκτάνες ξένων και εγχώριων μυστικών υπηρεσιών, αντικομμουνιστική υστερία, δίκες, εκτελέσεις, τρόμος με στόχο το διαμελισμό των δημοκρατικών δυνάμεων. Η θυσία του Μπελογιάννη. Η αλήθεια για τον Πλουμπίδη. Τα λάθη της Αριστεράς και του Κέντρου. Ντοκουμέντα γνωστά και ντοκουμέντα που πρώτη φορά βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Η «Εντολή» χαρακτηρίστηκε σαν «συνταραχτικό μεγάλο έργο, πολιτικής ευθύνης». «Γραμμένο αντικειμενικά, τεκμηριωμένα και γι’ αυτό πειστικά, με μπρεχτικής μορφής αποστασιοποίηση, είναι τελικά ένας ύμνος στην παλικαριά, στον πατριωτισμό και στην εντιμότητα της περήφανης γενιάς της Αντίστασης που σφαγιάστηκε…»
- Ελληνική πεζογραφία
Ματωμένα Χώματα
Διδώ Σωτηρίου€18.50€16.50“Πόλεμοι και ξανά πόλεμοι! Τι στο καλό θα βγάλει η μαγκούφα η εποχή μας και κοιλοπονάει τόσο άγρια;”
Μπήκε το κακό με τους Βαλκανικούς Πολέμους και άργησε να βγει. Χρόνια σπαρμένα με θυσίες, πολέμους και νεκρούς. Η Μικρασιατική εκστρατεία και η καταστροφή.
Η ιστορία του Μανώλη Αξιώτη, Μικρασιάτη αγρότη από τον Κιρκιντζέ. Άνθρωπος του μόχθου, δεμένος με τον τόπο του, το πατρικό του σπίτι, τους χωριανούς του. Ο άντρας που πάλεψε με κορμί και με ψυχή.
Στο Αμελέ Ταμπουρού, τα Τάγματα Εργασίας της Άγκυρας, το 1915.
Στο μέτωπο του Αφιόν Καραχισάρ το 1922.
Μια λεύτερη πατρίδα ονειρευόταν καθώς έσφιγγε τα δόντια και έλεγε:
“Ώρα μάχης, Αξιώτη, ώρα θυσίας. Δεν έχεις ελόγου σου κανένα πάρε δώσε με την πολιτική. Το χρέος σου κάνεις”.
Γνώρισε κακουχίες και στερήσεις, είδε βασανιστήρια και θανάτους, έζησε την αιχμαλωσία και την προσφυγιά, για να συλλογιστεί:
“Θηρίο είν’ ο άνθρωπος!”
Το μνημειώδες έργο της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας που χαρακτηρίστηκε “Βίβλος της σύγχρονης εξόδου του Μικρασιάτικου Ελληνισμού”. Από το 1962 που πρωτοεκδόθηκαν μέχρι σήμερα τα Ματωμένα Χώματα έχουν ξεπεράσει σε πωλήσεις τα 400.000 αντίτυπα. Το βιβλίο έχει μεταφραστεί στις εξής γλώσσες: αγγλικά, βουλγαρικά, εσθονικά, γαλλικά, γερμανικά, ολλανδικά, ουγγρικά, ρώσικα, ρουμανικά, σερβικά, ισπανικά, ιταλικά, τουρκικά και κέλτικα βρετονικά. Στην Τουρκία το βιβλίο είχε συγκλονιστική απήχηση. - Ελληνική πεζογραφία
Βάρδια
Νίκος Καββαδίας€17.00€15.30Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ, (1910-1975), έγινε πολύ νωρίς γνωστός στην Ελλάδα με την πρώτη του ποιητική συλλογή, «Μαραμπο», που εκδόθηκε το 1933 και που για καιρό πλήθος ναυτικοί την ήξεραν απέξω. Διατήρησε σ’ όλη του τη ζωή το παρωνύμιο «Μαραμπού» – το όνομα του κακοσήμαδου και καταραμένου πουλιού που είχε διαλέξει στα είκοσί του χρόνια για να συμβολίσει τον εαυτό του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο λόγος, για τον οποίο δημοσίευσε τη «Βάρδια», το 1954, προτού σωπάσει για είκοσι χρόνια, ήταν να εξερευνήσει ένα νέο εκφραστικό τρόπο. Ονειρεύτηκε εν συνεχεία -ή καμώθηκε πως ονειρεύτηκε- να γράψει απομνημονεύματα. «Μα θα με σκοτώσουν αν τα διηγηθώ όλα», συνήθιζε να λέει. Στην πραγματικότητα, η ίδια η «Βάρδια» ήταν μυθιστόρημα, ποίημα και αναμνήσεις συγχρόνως. Μέσα στο βιβλίο υπάρχει καταρχάς η ιστορία ενός ταξιδιού. Στη θάλασσα της Κίνας, ένα παμπάλαιο φορτηγό, σαραβαλιασμένο -ένα από κείνα τα σαπιοκάραβα που είχαν ήδη πουληθεί για παλιοσίδερα και που οι έλληνες εφοπλιστές τα πήγαιναν για επιδιόρθωση στο Ρότερνταμ και ύστερα τά ‘βαζαν να γυρίζουν τις θάλασσες για χρόνια ακόμα- έχει βάλει πλώρη για το Σαντούν. Αλλά το ουσιώδες έγκειται στις συνομιλίες. Σ’ αυτές ακριβώς θεμελιώνεται το έργο. Στις ατελείωτες ώρες της βάρδιας, οι ναυτικοί -ο θερμαστής, ο καπετάνιος ή ο ασυρματιστής, όπως ήταν ο συγγραφέας- αναμασούν από κοινού την κατάστασή τους. Τη ζωή τους την αντιλαμβάνονται ως κατάρα, αλλά μια κατάρα που την αποδέχονται και την επιζητούν: δεν υπάρχει γι’ αυτούς χειρότερη δυστυχία από τη ζωή στη στεριά, την αναγκαστική αργία, την αποχώρηση που τους θάβουν ζωντανούς. Υπάρχει μια παράδοξη διαλεκτική αγάπης και μίσους, δυσπιστίας και συνενοχής ανάμεσα σ’ αυτούς τους ναυτικούς και το πλοίο τους: αιχμάλωτοι και ξεριζωμένοι μαζί, απεχθάνονται καθετί που θα μπορούσε να τους ελευθερώσει, να σταματήσει την πορεία τους. Μέσω των συζητήσεών τους εισάγονται στην αφήγηση ανέκδοτα και αναμνήσεις – μια ολόκληρη σειρά από ιστορίες, εκτεταμένες ή σύντομες, κωμικές ή φρικιαστικές, πάντα συναρπαστικές, που συνιστούν ένα δεύτερο πλάνο του έργου. Τις πιο μακριές αφηγήσεις τις κάνει ο ασυρματιστής που εκπροσωπεί σαφώς το συγγραφέα και εξάλλου ονομάζεται Νικόλας, όπως εκείνος. Όταν η αφήγηση περνάει στο πρώτο πρόσωπο, περίπου στη μέση του βιβλίου, το μυθιστόρημα φτάνει στην αρτίωσή του. Με το τέχνασμα αυτό αποκτά, πρώτα πρώτα, μια λυρική διάσταση: ένα πλήθος από ονειροπολήσεις ή φαντασιώσεις εκφράζονται, μέσω αληθινών ποιημάτων, σε πρόζα. Αλλά κυρίως το μυθιστόρημα παίρνει τώρα οριστικά ένα χαρακτήρα εξομολόγησης. Εξάλλου, όλες οι αφηγήσεις των ναυτικών είναι επίσης εξομολογήσεις, που αποσπώνται από χείλη που μοιάζουν να μη θέλουν να τις κάνουν. Οι εξομολογήσεις του ασυρματιστή, που είτε τραβούν σε μάκρος είτε, εντελώς αντίθετα, κομματιάζονται και ολοκληρώνονται στα κλεφτά, με αποσπάσματα στη μέση άλλων αφηγήσεων, κυριαρχούν στο έργο. Ένα αίσθημα ενοχής τεράστιο, εμετικό, αφόρητο αναδίδεται απ’ αυτές: «Ό,τι αγγίζω σαπίζει. Δεν πεθαίνει, σαπίζει». Μέσα σ’ ένα κλίμα συντέλειας του κόσμου, η πατρίδα – Ανατολή δεν επιφυλάσσει στον ταξιδιώτη παρά το θέαμα της ερήμωσης, της πορνείας, της σύφιλης και του θανάτου – καθρέφτη αψευδούς της σήψης του παρελθόντος που έχει μόλις βγει στην επιφάνεια, ακολουθώντας το νήμα των αναμνήσεων. Σ’ αυτό τον τόπο καταγωγής δεν μπορούν καν ν’ αράξουν. Ο αιώνιος πλάνης δεν έχει το δικαίωμα της επιστροφής. Περιπέτεια ξεχωριστή, εξωτική, φαντασμαγορία με χίλια χρώματα, πότε ποιητική, πότε άσεμνη, πότε παραληρηματική. Μα σίγουρα κι ακόμα πιο πολύ, εικόνα πιθανή, εικόνα πολύ αληθοφανής της άχαρης μοίρας μας.
- Ελληνική πεζογραφία
Ζευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας
Lena Divani€22.00€20.00“Πόσο επηρεάζει άραγε η προσωπική ζωή των πρωταγωνιστών της ιστορίας την πολιτική δράση τους αλλά και αντιστρόφως, πόσο επηρεάζει η δημόσια έκθεση τα του οίκου τους; Αυτό διερευνά το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας. Γιατί είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τις αποφάσεις ενός δημόσιου προσώπου χωρίς να γνωρίζουμε τις ανομολόγητες ανάγκες του, τα τραύματά του.
Αν δεν ξέρεις τι σήμαινε για την Έλλη Παππά ο Μπελογιάννης, πώς να δικαιολογήσεις την απόφασή της να γεννήσει το παιδί του, αν και παντρεμένη με άλλον, φυλακισμένη και μελλοθάνατη; Πώς να ερμηνεύσεις τη διαλυτική στάση του Ανδρέα Παπανδρέου απέναντι στην Ένωση Κέντρου αν δεν ξέρεις την άβυσσο που τον χώριζε από τον πατέρα του; Και ο Παύλος γιατί άραγε άφησε τη Φρειδερίκη να γίνει από βασίλισσα βασιλιάς;
Διάλεξα να μιλήσω για ζευγάρια γιατί στον έρωτα και στη συμβίωση είμαστε όλοι έκθετοι και γυμνοί, ολόκληροι. Φυσικά άκουγα συνεχώς στα αυτιά μου τον αντίλογο: Πώς να μαντέψω τη δυναμική ενός ζευγαριού, πώς να συνοψίσω το φως και το σκοτάδι του; Η αμφιβολία όμως δε με σταμάτησε, απλώς έθρεψε τη γοητεία της έρευνας. Βούτηξα με το κεφάλι στις ζωές τους και κυριολεκτικά τους αγάπησα προσπαθώντας να δω μέσα από τα μάτια τους. Δεν ήθελα απλώς να ψαχουλέψω τα συρτάρια τους, ήθελα να καταλάβω τους περιορισμούς που η κοινωνία τούς επέβαλλε τότε, να δώσω σάρκα και οστά στις χάρτινες φιγούρες των πρωτοσέλιδων.
Διάλεξα τα πιο επιδραστικά ζευγάρια, τα πιο έντονα για να καλύψουν την ιστορία της Ελλάδας από το 1821 ως τη χούντα. Οι άντρες λόγω εποχής είναι πρωταγωνιστές αλλά και οι γυναίκες της ζωής τους είναι εξίσου σημαντικά, φλεγόμενα πρόσωπα.
Ελπίζω να απολαύσετε όσο απήλαυσα εγώ αυτή την ακροβασία ανάμεσα στην ιστορία και στη λογοτεχνία”.