” Ο συ μισείς ετέρω μη ποιήσης”
€12.00 €10.80
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική πεζογραφία
“ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ”: SOS Βυθιζόμεθα
Παναγιώτης Μπελώνης - Πηγή ΜπελώνηΗ μαρτυρία του τελευταίου διασωθέντος από το ναυάγιο της Φαλκονέρας€16.60€15.00Όπως το πλοίο γέρνει όλο και περισσότερο, σπάνε και οι τελευταίες πόρτες και τα παράθυρα του σαλονιού, και η θάλασσα μπαίνει με τεράστια ορμή στο εσωτερικό. Παρασύρει με μεγάλη σφοδρότητα στο πέρασμά της ό,τι συναντάει. Όχι μόνο καθίσματα και έπιπλα, αλλά και ανθρώπους! Ανθρώπους που παλεύουν με όσο κουράγιο έχουν. Μερικοί απ’ αυτούς έχουν δύναμη αρκετή, μα δεν μπορούν να τα βάλουν με την ίδια την Κόλαση.
Βλέπω κάποιους να προσπαθούν να γαντζωθούν από το πάτωμα, άλλους να πιάνουν κάτι σταθερό και να προσπαθούν να σκαρφαλώσουν μέχρι την έξοδο αυτού του πηγαδιού, μα πάλι γλιστράνε και πέφτουν ξανά στα νερά. Καταχτυπιούνται με τα διάφορα έπιπλα που έχει παρασύρει η δύναμη του νερού, τραυματίζονται και τελικά είναι αδύνατον να σκαρφαλώσουν τόσο ψηλά και να διαφύγουν. Η κλίση του καραβιού και η δύναμη των χειμάρρων που έχουν δημιουργηθεί τους γυρίζει πίσω και χάνονται ένας ένας, αφήνοντας μόνο κραυγές απελπισίας και τρόμου.
Μια άνιση μάχη με τα θεριά της Κόλασης. Και στο τέλος, όταν τα κορμιά βυθίζονται, εκείνα τα χέρια τους, Χριστέ μου, εκείνα τα υψωμένα χέρια που ζητάνε βοήθεια, με ανοιχτές παλάμες, δάχτυλα τεντωμένα, κοκαλωμένα, που ψάχνουν από κάπου να πιαστούν, έστω αυτή τη στερνή ώρα, και εντέλει χάνονται για πάντα στα φονικά νερά.H συγκλονιστική μαρτυρία του τελευταίου διασωθέντος του πλοίου «Ηράκλειον» στη Φαλκονέρα, πλαισιωμένη από τη μετέπειτα έρευνα της κόρης του.
- Ιστορία
Χαμένοι
Ντάνιελ ΜέντελσονΑναζητώντας έξι από έξι εκατομμύρια€28.80€26.00Ο Ντάνιελ μεγαλώνει ακούγοντας διαρκώς από τους συγγενείς του – Εβραίους μετανάστες από το μακρινό Μπόλεχοφ της Ουκρανίας– πόσο μοιάζει στον μακαρίτη θείο Σμιλ. Μεγαλώνει ακούγοντας επίσης τις οικογενειακές ιστορίες του πληθωρικού παππού του, από τις οποίες όμως ο θείος Σμιλ απουσιάζει παντελώς. Το μόνο που γνωρίζει για τον αμνημόνευτο θείο, τη γυναίκα και τις τέσσερις όμορφες κόρες του είναι ότι «τους σκότωσαν οι ναζί». Ενήλικος πια, παρακινούμενος από το ένστικτο του «ιστορικού της οικογένειας» και από τη φρικτή υποψία ότι η σιωπή του παππού του υποκρύπτει μια ιστορία αδελφικής προδοσίας, θα ξεκινήσει τη δική του οδύσσεια ανά τον κόσμο για να τρυγήσει από τους λιγοστούς πια γέροντες, πρώην κατοίκους του Μπόλεχοφ –όσους επέζησαν του Ολοκαυτώματος– τις τελευταίες τους αναμνήσεις για τον Σμιλ και τη μοίρα του, για τον θάνατο αλλά και τη ζωή των Εβραίων της Ευρώπης.
«Ένα εντυπωσιακό ταξίδι ανακαλύψεων, απογοητεύσεων και ασύλληπτων συμπτώσεων. Ο Μέντελσον κατασκευάζει μια περίτεχνη κυκλική αφήγηση. Η τεχνική αποδίδει και δείχνει πώς το Ολοκαύτωμα εξακολουθεί να επηρεάζει και ανθρώπους που δεν το βίωσαν άμεσα». The New Yorker
«Ένα εκπληκτικό επίτευγμα. Μια άφατα λυπητερή κι ωστόσο θριαμβευτικά νικηφόρα και χαρούμενη αποστολή ανεύρεσης. Πραγματοποιεί αυτό που πολλοί από εμάς θα κάναμε, αν διαθέταμε τις ικανότητες και την εμμονή που απαιτείται για να ξαναβρούμε τους δικούς μας ανώνυμους χαμένους». Rebecca Goldstein, New York Observer
«Ο Μέντελσον καταδύεται βαθιά στην καρδιά του Ολοκαυτώματος, βαθιά στην καρδιά της οικογένειάς του, βαθιά και στη δική του καρδιά. Πρόκειται για ένα κείμενο πυκνό, πλούσιο, καθηλωτικό· καθώς ο Μέντελσον ταξιδεύει ανά την υφήλιο για να “βρει τους έξι”, καταφέρνει να βρει και να δώσει φωνή σε έναν ολόκληρο χαμένο κόσμο, σε μια χαμένη οικογένεια». San Diego Union-Tribune
- Bιογραφία
Γράμμα στον Κωστή
Ξένια Καλογεροπούλου€14.50€13.00Να γράφεις επί έναν χρόνο ένα γράμμα στον αγαπημένο σου που «έφυγε» σημαίνει πως παρατείνεις την ύπαρξή του δίπλα σου, πως με κάποιον τρόπο καταφέρνεις να καταργήσεις την απώλεια. Αυτό θέλησε να κάνει η Ξένια Καλογεροπούλου τον Οκτώβριο του 2013, όταν η αυλαία έπεσε για τον επί 37 χρόνια σύζυγό της και σύντροφο ψυχής, Κωστή Σκαλιόρα. Πέτυχε όμως πολύ περισσότερα. Καθώς ανασύρει μνήμες, άλλοτε πικρές κι άλλοτε αστείες, για να τις αφηγηθεί στον Κωστή, η Ξένια Καλογεροπούλου πετυχαίνει να στήσει μπροστά μας μια Ελλάδα που πια δεν υπάρχει, αλλά που γέννησε κριτικούς σαν τον Κωστή Σκαλιόρα και ανθρώπους του θεάτρου σαν την ίδια: αστικά σαλόνια, λαϊκοί θίασοι, τα ελληνικά νησιά του ’40 και του ’50, η εμπορική κινηματογραφική παραγωγή και το μη εμπορικό θέατρο της δεκαετίας του ’60, η εφταετία όπως την έζησαν, κυρίως, οι θεατράνθρωποι. Κι ύστερα, ο χρόνος κυλάει κι όλο εκείνο το παρελθόν ελίσσεται μέσα απ’ τις δεκαετίες για να συναντήσει το παρόν μας, φέρνοντας μαζί του ό,τι άντεξε στον καιρό.
«Όταν διαβάζεις το Γράμμα στον Κωστή είναι σαν να έχεις απέναντί σου την Ξένια να σου μιλάει και να μη θες να σταματήσει». Άλκη Ζέη
«Το βιβλίο αυτό είναι της Ξένιας για τον Κωστή. Συνάμα είναι και του Κωστή για την Ξένια. Πρόκειται, δηλαδή, για αμοιβαίο βιβλίο αγάπης. Διαβάζεται μιλώντας, χαρίζει και χαρίζεται. Διπλό χάρισμα. Μην το ξεχάσετε». Δ.Ν. Μαρωνίτης
«Αδύνατο να αντισταθείς και να μη βυθιστείς μαζί με την Ξένια σ’ αυτή της την “επιστροφή”. Κι εκεί, να τος… Σου χαρίζεται γενναιόδωρα, ανενδοίαστος, μελαγχολικός, παιχνιδιάρης, αγέραστος και πεισματάρικα αισιόδοξος –ακριβώς όπως η ίδια– ο προσωπικός της Ξανακερδισμένος χρόνος». Θωμάς Μοσχόπουλος
«Όποιος διαβάσει αυτό το βιβλίο θα αγαπήσει την Ξένια. Αν την αγαπάει, θα την αγαπήσει διπλά». Σταμάτης Φασουλής
- Ελληνική Ιστορία
Πέρα από το Μαουτχάουζεν
Καραγιάννης ΝίκοςΜαρτυρίες 15€10.00€9.00«Βαδίζαμε αγκομαχώντας γιατί η απόσταση δεν ήταν μικρή. Χωρίς αναπαμό, με καρδιά άδεια από συναισθήματα, με το δέος του αγνώστου και φοβερού εκείνου τέρατος που μας περίμενε, που μόνο που ακούγαμε το όνομά του διαλυόμαστε ψυχικά και πνευματικά. Ήταν για μας το φριχτό εκείνο κολαστήριο, που έμπαινες στην κόλαση χωρίς ελπίδα εξόδου και επιβίωσης. Και όντως ήταν φοβερή η εικόνα που αντικρίσαμε από μια κάποια απόσταση, όταν πρωτοείδαμε το μυθικό, το τερατώδες εκείνο κάστρο με τα ψηλά τείχη και τις κατά διαστήματα σκοπιές με τους φρουρούς, οπλισμένους με τα πολυβόλα τους. Ήταν ένα τέρας που μας περίμενε, απόμακρο σαν Λεβιάθαν της μυθολογίας. Όσο πλησιάζαμε τόσο και καλπάζανε τα φυλλοκάρδια μας και κοβόντουσαν τα γόνατά μας. Τι θα βλέπαμε άραγε μέσα; Η μεγάλη πύλη άνοιξε και το στρατόπεδο άρχισε να ρουφά το μακρύ σκουλήκι των κολασμένων».