ΜΕ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΙΟΥΠΟΛΗ
€17.00 €15.30
«Αν είχες δει αυτά που έχουν δει τα μάτια μου…»: Αυτή τη φράση θυμάται η Βοντίν να επαναλαμβάνει η μητέρα της που αυτοκτόνησε όταν εκείνη ήταν δέκα χρονών. Πάνω από μισό αιώνα αργότερα, η γεννημένη το 1945 σε γερμανικό στρατόπεδο συγγραφέας το μόνο που ξέρει για τους γονείς της είναι ότι έφυγαν από την Ουκρανία στο πλαίσιο του προγράμματος καταναγκαστικής εργασίας των ναζί. Σαν παιχνίδι γκουγκλάρει το όνομα της μητέρας της και, με τη βοήθεια ενός μέλους του Συλλόγου Ελλήνων της Αζοφικής, συγκεντρώνει στοιχεία για την οικογένειά της και τα βάσανά της, άμεσα συνδεδεμένα με τον τόπο καταγωγής της, τη Μαριούπολη. Βήμα βήμα συνθέτει τις ιστορίες συγγενών χαμένων επί χρόνια για τους οποίους πόλεμοι, επαναστάσεις, ακόμα και η ειρήνη σήμαιναν απλώς αλλαγή διώκτη.
«Μαρτυρία, αλλά και σπουδαία λογοτεχνία» (Frankfurter Allgemeine Zeitung), «μνημειώδες έργο για τις φρικαλεότητες του 20ού αιώνα και παράλληλα μια πολύ προσωπική ιστορία» (Die Welt), το βιβλίο Με καταγωγή από τη Μαριούπολη τιμήθηκε με το βραβείο της Έκθεσης της Λειψίας.
Διαθεσιμότητα: 2 σε απόθεμα
Σχετικά προϊόντα
- Γερμανική-Γερμανόφωνη
Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΑΧΑΙΡΑ: μιά μαγιάτικη ιστορία
Peter Handke€14.00€12.60Nobel 2019
Ο έφηβος τη ρώτησε, αυτήν που δεν είχε κλείσει ακόμα τα σαράντα και παρέμενε η ωραία του χωριού και εν ανάγκη και της πόλης, γιατί δεν είχε προβάλει με κάποιον τρόπο, όχι, με τον δικό της τρόπο, αντίσταση στο Ράιχ των εγκληματιών. Αυτό διατυπώθηκε σαν ερώτηση, ήταν όμως ψόγος, σκληρός, άγριος, επειδή αφενός ήμουν θρασύς, κυρίως όμως επειδή δεν μπορούσα να καταλάβω κι επειδή ένιωθα έναν θυμό που δεν έχει κοπάσει μέχρι σήμερα.
Θα μπορούσα να αποπάρω και κάποιον άλλο από την οικογένεια ή και εκτός οικογένειας. Μόνο που δεν ήξερα ποιόν, κι όλα τα ξεσπάσματά μου είχαν σαν μοναδικό θύμα, τότε τουλάχιστον, την αθώα μητέρα μου. Δεν απαντούσε, σταύρωνε μόνο βουβά τα χέρια. Και μετά έβαζε τα κλάματα, χωρίς να βγάζει κουβέντα, σιγόκλαιγε, έκλαιγε με λυγμούς μπροστά στον επίδοξο δικαστή της. Και οι λυγμοί της δεν θα σταματήσουν ποτέ».
Η εσωτερική επιταγή για εκδίκηση, και στο φόντο μια τύψη, κινεί τον ήρωα στο πιο πρόσφατο έργο του Πέτερ Χάντκε, που κυκλοφόρησε λίγο μετά την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας 2019. Η περιπλάνησή του στον κόσμο συνεχίζεται με έναν καινούργιο σκοπό: να εκδικηθεί μια δημοσιογράφο που ζει κάπου εκεί κοντά. Σε άρθρο της πριν από χρόνια είχε προσβάλει την «αγία μητέρα» του αφηγητή υποστηρίζοντας ψευδώς ότι όταν η Αυστρία προσαρτήθηκε στο Τρίτο Ράιχ αυτή ζητωκραύγαζε τον Χίτλερ.
Όλα δείχνουν ότι η πολιτική βεβήλωση της μητρικής μνήμης οδηγεί τον γιο στον φόνο. Ή μήπως όχι; Μήπως είμαστε αφελείς, όπως οι μαθητές του Ιησού που πήραν κατά λέξη την προτροπή του να εξοπλιστούν με μια δεύτερη μάχαιρα ενόψει των παθών; Το σχετικό χωρίο του Λουκά δίνει εξάλλου και τον τίτλο του βιβλίου. Το ταξίδι του ήρωα εξελίσσεται σε οδοιπορικό στη σημερινή κοινωνία/γεμάτο υπαινιγμούς για τις ανθρώπινες σχέσεις, τη διαστροφή της πολιτικής και της δικαιοσύνης, τη νέα Ιερά Εξέταση του πολιτικά ορθού - Γερμανική-Γερμανόφωνη
Η μεγάλη πτώση
Peter Handke€17.00€15.30Nobel 2019
Ένας χοροπηδούσε με πολεμικές ιαχές πάνω σ’ ένα πράγμα σαν ανεμολόγιο που είχε ξεκολλήσει με τη βοήθεια ενός λάσου από το πιο ψηλό δοκάρι στη στέγη του γείτονα. Ένας άλλος εξασκούνταν στον πολεμικό χορό πάνω στο γιγάντιο θερμόμετρο κήπου του γείτονα. Κάποιος σκαρφαλωμένος σε μια σκάλα κατουρούσε στο εχθρικό παρτέρι με τα κολοκυθάκια. Ένας χοροπηδούσε στο όριο του οικοπέδου του και λιάνιζε την εχθρική ατμόσφαιρα μ’ έναν βούρδουλα που σφύριζε πιο δυνατά κι από μαστίγιο τσίρκου. Ένας άλλος πάλι είχε ανάψει δίπλα στη γραμμή του μετώπου μια φωτιά με ένας θεός ξέρει τι είδους σκουπίδια και εκσφενδόνιζε τον βρομερό καπνό προς την κατεύθυνση του εχθρού με μια από κείνες τις μηχανές της κολάσεως, που συνήθως στροβιλίζουν για άγνωστους λόγους στους δρόμους, και όχι μόνο εκεί, τα ξερά φύλλα μαζί με τη σκόνη και κάθε είδους σκουπίδια και τα εκτινάσσουν στην ατμόσφαιρα. Ήταν μια εποχή συντέλειας. Αλλά την είχαν συνηθίσει. Δεν θα τελείωνε ποτέ.
Η ιστορία ενός αργόσχολου ηθοποιού, μία και μόνη μέρα, από το πρωί μέχρι αργά τη νύχτα. Περπατώντας σε μια μεγαλούπολη το καλοκαίρι, από τις παρυφές μέχρι τα ποικίλα κέντρα της. Συναντήσεις με δρομείς, αστέγους, ιδιότυπα ζευγάρια, έναν ιερέα, αστυνομικούς. Μια πορεία μέσα από διαμάχες και εχθροπραξίες γειτόνων, μπρος σε τεράστιες οθόνες με πολιτικούς, έπειτα ανάμεσα σε επιβάτες του μετρό από κάποιον άλλο κόσμο.
Αστραποβόλημα στο κέντρο της πόλης. Και το πρόσωπο μιας γυναίκας. - Γερμανική-Γερμανόφωνη
Μεφίστο
Klaus MannΤο μυθιστόρημα μιας καριέρας€21.00€19.00“Η ορχήστρα έπαιζε ακόμα φανφάρες, εκκωφαντικά και με ζήλο· ακόμα δεν είχαν καταλαγιάσει οι ζητωκραυγές του πλήθους. Στο μεταξύ, η Λόττε και ο χοντρός [Γκαίρινγκ] βρίσκονταν πια δίπλα στον υπουργό Προπαγάνδας και τον Χέφγκεν. Οι τρεις άνδρες ύψωσαν στα γρήγορα το χέρι, σε μια χαλαρή εκδοχή του επίσημου χαιρετισμού. Έπειτα ο Χέφγκεν, με σοβαρό, διακριτικό χαμόγελο, έσκυψε πάνω από το χέρι της μεγάλης κυρίας. Ιδού, οι τέσσερίς τους, έρμαια της φλογερής περιέργειας ενός επιλεγμένου κοινού: τέσσερις ισχυροί αυτής της χώρας, τέσσερις φορείς εξουσίας, τέσσερις θεατρίνοι – το αφεντικό της πληροφόρησης, ο ειδικός στις θανατικές καταδίκες και στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, η ευαίσθητη σύζυγος και ο χλομός ραδιούργος. Και το διαλεχτό κοινό να παρατηρεί πώς ο χοντρός χτύπησε φιλικά στον ώμο τον διευθυντή του θεάτρου με τόση θέρμη που αντήχησε παντού, και πώς, γελώντας τραχιά, τον ρώτησε: “Λοιπόν, πώς πάει, Μεφίστο;”
Το μυθιστόρημα “Μεφίστο” διηγείται την ιστορία του ηθοποιού Χέντρικ Χέφγκεν, από το ξεκίνημά του στο Θέατρο Τέχνης του Αμβούργου το 1926 μέχρι το 1936 που ο Χέφγκεν αναδείχθηκε λαμπρό αστέρι του νέου Ράιχ.
Όταν οι ναζί καταλαμβάνουν την εξουσία στη Γερμανία, εκείνος απαρνείται το κομμουνιστικό παρελθόν του και εγκαταλείπει σύζυγο και ερωμένη για να συνεχίσει να παίζει στο θέατρο. Ο πτέραρχος πρωθυπουργός και ο υπουργός Προπαγάνδας τον πρόσεξαν στην παράσταση του Μεφίστο και ο Χέφγκεν έγινε διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου. Συνάπτει λοιπόν συμφωνία με τον Διάβολο προδίδοντας τις αξίες που άλλοτε υποστήριζε. Στο τέλος γίνεται “μαϊμού της εξουσίας”, “παλιάτσος που διασκεδάζει δολοφόνους”. Αλλά οι ηθικές συνέπειες της προδοσίας του αρχίζουν να τον κυνηγούν, μετατρέποντας τον κόσμο των ονείρων του σε εφιάλτη.
Το βιβλίο είναι ένα πανόραμα της κοινωνίας στο Γ’ Ράιχ – με σαφή στοιχεία σάτιρας. Ο Κλάους Μανν βλέπει τον ηθοποιό Χέφγκεν ως το σύμβολο “ενός εξ ολοκλήρου αναληθούς, ανήθικου καθεστώτος”, όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του.
Το Μεφίστο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1936 στο Άμστερνταμ, στον εκδοτικό οίκο Querido, που εξέδιδε βιβλία εξόριστων γερμανόφωνων συγγραφέων, όπως του Alfred Doblin, του Heinrich Mann, του Joseph Roth και της Anna Seghers. Μετά την πρώτη του έκδοση, δημοσιεύτηκε σύντομα σε 19 χώρες. Το 1966, η κυκλοφορία του στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας απαγορεύτηκε με δικαστική απόφαση. Το 1981, παρά την απαγόρευση, κυκλοφόρησε μια νέα έκδοσή του και το βιβλίο απέκτησε φανατικό κοινό - Γερμανική-Γερμανόφωνη
Μπιλιάρδο στις εννιάμισι
Heinrich Böll€18.00€16.20NOBEL 1972
Με αφορμή την ιστορία τριών γενεών της οικογένειας Φαίμελ, αρχιτεκτόνων σε μια πόλη της Ρηνανίας, ο Χάινριχ Μπελ βιογραφεί την ίδια τη Γερμανία. Το “Μπιλιάρδο στις εννιάμισι”, που κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1959 γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία, παρουσιάζει σε μια αριστοτεχνική σύνθεση τη μεγάλη εικόνα της γερμανικής «πραγματικότητας» κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, με ιδιαίτερη έμφαση στην περίοδο του ναζισμού και στις ύστερες επιβιώσεις του. Οι Φαίμελ, δημιουργοί όσο και καταστροφείς, αντιπροσωπεύουν με τη διττή τους αυτή υπόσταση μια θεμελιώδη αντίθεση, που ο Μπελ την ερμηνεύει μέσω των συμβολισμών του «αμνού» και του «βούβαλου»: τη σύγκρουση ανάμεσα στο άτομο με την ακηδεμόνευτη και ελεύθερη σκέψη, από τη μια, και τους καιροσκόπους «πολλούς» που ασκούν ή έστω αποδέχονται τη βία, από την άλλη.
«Θαρραλέα και νηφάλια περιγραφή της μοίρας της Γερμανίας από έναν Γερμανό, μαρτυρία και ομολογία υπέρ του “αμνού”, μια οιονεί μυστικιστική έκθεση πενήντα χρόνων ιστορίας, είναι αναμφισβήτητα το μείζον έργο του Χάινριχ Μπελ» (Luc Estang)
«Τολμηρό και υπνωτιστικό… ένας εκτενής μονόλογος πάνω στη μνήμη και στις αστήρικτες ελπίδες» (The Wall Street Journal)
«Ο Μπελ ξέρει τέλειο σημάδι: τα βέλη του είναι αιχμηρά, τα φτερά του λεία, οι στόχοι αμέτρητοι» (The New York Times)
«Το έργο του φτάνει στο υψηλότερο επίπεδο δημιουργικής πρωτοτυπίας και υφολογικής τελειότητας» (The Daily Telegraph)
«Ο ισχυρισμός ότι ο Μπελ είναι ο αληθινός διάδοχος του Τόμας Μαν μπορεί να στηριχτεί απόλυτα στο μυθιστόρημα “Μπιλιάρδο στις εννιάμισι”» (The Scotsman)