Μαλαματένια Λόγια
€13.30 €12.00
Πρόκειται για την αυτοβιογραφική αφήγηση του Μάνου Ελευθερίου στους Σπύρο Αραβανή και Ηρακλή Οικονόμου, όπως προέκυψε από την τρίχρονη (2010-2013) συστηματική συνάντησή τους τα κυριακάτικα πρωινά στο σπίτι του, στο Ψυχικό.
Διαθεσιμότητα: 1 σε απόθεμα
Σχετικά προϊόντα
- Aυτοβιογραφία
Η Κοινοτοπία του Καλού
Μόλχο ΑντώνηςΈνα εβραιόπουλο στην Ελλάδα της Κατοχής€15.50€14.00Στο πιο προσωπικό κείµενο της µακράς πορείας του, ο καθηγητής ευρωπαϊκής ιστορίας Αντώνης Μόλχο εξιστορεί τις περιπέτειες που έζησε από τα τέσσερα µέχρι τα έξι του, όταν οι γονείς του, µε αξιοµνηµόνευτη αυτοθυσία, τον διέσωσαν από τα εγκληµατικά σχέδια των Γερµανών κατακτητών. Μιλά για τη βοήθεια που αυτός και η οικογένειά του έλαβαν από καθηµερινούς ανθρώπους, οι οποίοι, ρισκάροντας την ίδια τους τη ζωή, τους προστάτεψαν. Ο τίτλος του βιβλίου, εµπνευσµένος από το διάσηµο κείµενο της Hannah Arendt, αποτίει φόρο τιµής στους σιωπηλούς αυτούς ήρωες, στη σεµνότητα και στην αυταπάρνησή τους.
Ανασκαλεύοντας τα κοιτάσµατα της προσωπικής του µνήµης, ο συγγραφέας έρχεται διαρκώς αντιµέτωπος µε εναγώνια ερωτήµατα: Τι θυµόµαστε; Πώς θυµόµαστε; Τίνος είναι τελικά οι µνήµες µας; Υπάρχει άραγε ένας µοναδικός και αναλλοίωτος εαυτός τον οποίο κουβαλάµε µέσα µας από τα παιδικά χρόνια µέχρι τα γηρατειά µας;
Ταυτόχρονα, ο Αντώνης Μόλχο επαναθέτει το ζήτηµα της ταυτότητας των Θεσσαλονικιών εβραίων, πριν και αµέσως µετά την Κατοχή. Σε ποιο βαθµό οι εβραίοι θεωρούσαν (ή µπορούσαν να θεωρήσουν) τους εαυτούς τους Έλληνες; Πώς κατόρθωσε ο ίδιος να συµφιλιωθεί µε τις επώδυνες µνήµες; Στην περίπτωσή του, η συνειδητοποίηση του τραύµατος του Ολοκαυτώµατος τον βοήθησε και τον βοηθά να καταλάβει την πορεία της ζωής του.“Χρονικό; Αποµνηµόνευµα; Ιστορία; Όπως και να δοκιµάσει κανείς να ονοµάσει το βιβλίο του Αντώνη Μόλχο, πιστεύω ότι θα το αδικήσει. Ο Μόλχο, σπουδαίος ιστορικός, παίζει µε όλες τις δυνατότητες που του προσφέρει η γραφή, για να µας δώσει ένα αφήγηµα εξαιρετικά συναρπαστικό, όσο και διδακτικό για τις σχέσεις ανάµεσα στη µνήµη και στην ιστορία. Και κυρίως για το τι σήµαινε να είσαι εβραιόπουλο στη Θεσσαλονίκη της δεκαετίας του 1940”. Κώστας Κωστής
«Ο Μόλχο γράφει ότι αισθάνεται πως είχε “µια ζωή γεµάτη ασυνέχειες”. Κατά µία έννοια, αυτά τα αποµνηµονεύµατα το επιβεβαιώνουν: περιπλανήθηκε από τον έναν τόπο στον άλλο, από τη µια γλώσσα στην άλλη, από µια χώρα σε µια άλλη, και από µια ιστορική περίοδο στην επόµενη. Αλλά τελικά, χάρη στο πολύ συγκινητικό αυτό κείµενό του, δεν µπορώ παρά να αισθανθώ ότι είχε, ίσως, µια ζωή αξιοσηµείωτης συνέχειας και προσαρµογής, µια ζωή όπου ξεκαθάρισε µε θάρρος τους λογαριασµούς του µε τα γεγονότα που περιγράφονται σε αυτό το βιβλίο, µε στήριγµα την αγάπη των γονιών του, που πάσχισαν τόσο πολύ για να τον σώσουν». Από τον πρόλογο της Katherine E. Fleming
- Aυτοβιογραφία
Ξεριζώματα
Μεριά, Σόφηεισαγωγή: Κυριάκος Ντελόπουλος€21.00€18.90«Οι Τούρκοι πήραν τον μπαμπά μου που είναι Αμερικανός. Ήρθα να τον πάρω πίσω».
Μου λέει αυτός:
«Ε, καλά, αν είναι Αμερικανός, κάναμε λάθος. Φέρε μου ένα χαρτί από το αμερικανικό προξενείο και θα τον αφήσουμε ελεύθερο».
Ο γυρισμός μου ξεπέρασε και τον ίδιο το Γολγοθά. Πώς επέζησα, δεν ξέρω. Πού έβρισκα φαγητό, δεν ξέρω. Πού έβρισκα τη δύναμη να περπατάω, δεν ξέρω. Ήμουνα όλο αυτό το ατέρμονο διάστημα σαν υπνωτισμένη. Δεν ήμουνα εγώ αλλά κάποια άλλη, που κοιμόμουνα ανάμεσα στα πτώματα και δεν ένιωθα αηδία. Έβλεπα όλα αυτά τα κορμιά –μαύρα, τουμπανιασμένα, ακρωτηριασμένα, παραμορφωμένα– και πάταγα πάνω τους για να προχωρήσω. Δεν ένιωθα ούτε την κούραση ούτε την πείνα ούτε τη δικιά μου βρομιά. Είχα ένα σκοπό: να σώσω τον πατέρα μου· κι αυτό λες και μου ’δινε υπερφυσικές δυνάμεις.
Ξαφνικά η παιδικότητά μου εξαφανίστηκε και απόκτησα μυαλό και κρίση ώριμης γυναίκας.
Η Σόφη Μεριά έζησε μια πλήρη ζωή. Νήπιο, μετανάστευσε από τη Μικρασία στη Νέα Υόρκη και ξαναβρέθηκε στη Σμύρνη, όπου και διέσωσε τον πατέρα της με μυθιστορηματικό τρόπο τον Αύγουστο του 1922. Πρόσφυγας στην Αθήνα, κατόρθωσε και μαθήτευσε στο Αμερικανικό Κολλέγιο, όπου κατόπιν δίδαξε επί δεκαετίες. Παρ’ όλη τη φρίκη που βίωσε ως θύμα των ιστορικών γεγονότων (Μικρασιατική καταστροφή, ελληνοϊταλικός πόλεμος, Κατοχή, εμφύλιος), δεν έχασε ποτέ το κέφι της και τη διάθεση για προσφορά.
Η μαρτυρία της, απομαγνητοφωνημένη από την μαθήτριά της Λιλή Γιαλέσσα-Λεοντίδη, σφύζει από χαρά της ζωής και από αγάπη για τους ανθρώπους.
Η Σόφη Μεριά-Σεραφειμίδη γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1910. Από δύο έως πέντε ετών έζησε στην Νέα Υόρκη, όπου ο έμπορος πατέρας της είχε μεταφέρει τις εργασίες του. Η οικογένεια επέστρεψε στη Σμύρνη το 1919. Το 1922 κατάφεραν κι έφτασαν στην Αθήνα όπου εγκαταστάθηκαν ως πρόσφυγες.
Την μυθιστορηματική ζωή της αποτύπωσε η ίδια σ᾽ αυτό το βιβλίο.
Πέθανε το 2004, σε ηλικία 94 ετών.
- Aυτοβιογραφία
Έρωτας Και Εξορία
Singer Bashevis SingerΑυτοβιογραφική τριλογία€22.00€20.00Σε μεγάλη ηλικία, λίγο πριν βραβευτεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο Ισαάκ Μπασέβις Σίνγκερ αρχίζει να γράφει την ιστορία της ζωής του, από τα παιδικά και νεανικά του χρόνια στην Πολωνία μέχρι και την οριστική εγκατάστασή του στην Αμερική.
Στο περιβάλλον όπου ανατράφηκε ο Σίνγκερ, ο Θεός δεν ήταν μια έννοια θεωρητική αλλά μια καθημερινή, ζωντανή παρουσία. Για την ύπαρξη του Θεού ο Σίνγκερ δεν έχει ποτέ αμφιβολίες. Ωστόσο, από μικρό παιδί κιόλας, αδυνατεί να συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι ο Θεός αφήνει αθώα πλάσματα να βασανίζονται χωρίς να έχουν κάνει τίποτα κακό. Πώς γίνεται ένας καλός και παντοδύναμος Θεός, που έφτιαξε τον κόσμο κατά τη βούλησή Του, να επιτρέπει μια τέτοια αδικία; Ψάχνοντας για απάντηση, ο Σίνγκερ στρέφεται στη φιλοσοφία, στην επιστήμη, στο μυστικισμό, στη λογοτεχνία. Μέχρι που σιγά-σιγά η απάντηση που φοβόταν του φανερώνεται: τον κόσμο όντως τον έφτιαξε ο Θεός· μόνο που ο Μεγαλοδύναμος είναι ένας Θεός μοχθηρός, που διψάει για αίμα και χαίρεται με τον πόνο των αδύναμων· ο κόσμος είναι ένα σφαγείο φτιαγμένο από έναν στυγερό Δημιουργό.
Μέσα σ’ έναν τέτοιο κόσμο ο Σίνγκερ δεν μπορεί να υπάρξει. Ζει σαν εξόριστος, χωρίς κίνητρο, χωρίς φιλοδοξίες, ένας ζωντανός νεκρός που απλώς λαθροβιώνει. Παραδίνεται στους δαίμονες του κόσμου αυτού, με πρώτο και κύριο τον δαίμονα του έρωτα. Κάνει είδωλό του τη λογοτεχνία, μέχρι που κι αυτή την εγκαταλείπει φτάνοντας στην Αμερική. Σέρνεται τρομαγμένος, ανήμπορος αλλά μονίμως εξεγερμένος, παρατηρώντας τον κόσμο να οδεύει προς την καταστροφή, χωρίς ποτέ να θρηνεί, μα αντίθετα γελώντας βουβά με τη φάρσα τη ζωής.