Η έννοια της αγωνίας
€12.00
Αυτή εδώ η μελέτη έχει σκοπό να πραγματευτεί την έννοια «αγωνία» ψυχολογικά, έχοντας πάντα in mente [κατά νου] και κατάντικρύ της το δόγμα του προπατορικού αμαρτήματος. Κατά κάποιον τρόπο θα την απασχολήσει, αν και σιωπηλά, η έννοια «αμαρτία». Κι όμως η αμαρτία δεν προσφέρεται για ψυχολογικό ενδιαφέρον, κι αυτό θα μπορούσε να σημαίνει πως αυτός που θέλει να την πραγματευτεί έτσι, αφήνεται να υπηρετεί έναν παρανοημένο αισθητισμό. Η αμαρτία έχει την καθορισμένη της θέση, ή μάλλον δεν έχει καμία θέση, γιατί αυτό ακριβώς είναι και ο ορισμός της. Κι αν την πραγματευτείς έξω απ’ την δικαιοδοσία της, την αλλοιώνεις, μιας και ρίχνεις πάνω της ένα φως που δεν την φωτίζει ουσιαστικά. Εκφυλίζεις την έννοια και ταυτόχρονα καταστρέφεις την ατμόσφαιρα, γιατί υπάρχει μια αλήθεια ατμόσφαιρας που αντιστοιχεί σε κάθε αλήθεια έννοιας, και αντί για μια αληθινή ατμόσφαιρα που θα διαρκέσει, προτιμάς την παροδική γοητεία ατμόσφαιρας ψεύτικης.
Αν λοιπόν τραβήξης την αμαρτία μέσα στην Αισθητική, θάχης ατμόσφαιρα επιπολαιότητας ή μελαγχολίας γιατί η κατηγορία όπου ανήκει η αμαρτία είναι η αντίφαση, κ’ η αντίφαση δεν μπορεί νάναι τίποτ’ άλλο έξω από κωμική ή τραγική. Η ατμόσφαιρα λοιπόν της αμαρτίας αλλοιώνεται, γιατί η ατμόσφαιρα που αντιστοιχεί σ’ αυτήν είναι η σοβαρότητα. Όμοια αλλοιώνεται και η έννοιά της γιατί είτε κωμική είτε τραγική η αμαρτία μπορεί και τα δύο: και να διατηρηθή πραγματική και να καταργηθή μ’ ένα ασήμαντο τέχνασμα ενώ η έννοιά της την θέλει να υπερνικηθή. Στο βάθος η κωμικότητα και η τραγικότητα δεν έχουν εχθρό, έξω από ένα μπαμπούλα που μας κάνει να κλαίμε ή να γελάμε.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ: Καλή
Διαθεσιμότητα: 1 σε απόθεμα
Σχετικά προϊόντα
- Αρχαία Ελληνική
Πλάτωνος Συμπόσιον
Πλάτων€20.50€18.50κείμενον, μετάφρασις και ερμηνεία υπό
Ι.ΣΥΚΟΥΤΡΗ
- Bιογραφία
Φρίντριχ Νίτσε, ‘Δεν είμαι άνθρωπος, είμαι δυναμίτης’. Η βιογραφία
Prideaux Sue€24.00€21.60Το έργο του Φρίντριχ Νίτσε δυναμίτισε τα θεμέλια της δυτικής σκέψης. Έννοιες όπως ο θάνατος του Θεού, ο υπεράνθρωπος και η ηθική του δούλου διαποτίζουν την κουλτούρα μας, υψηλή και χαμηλή, ωστόσο ο ίδιος είναι ένας από τους πιο παρεξηγημένους φιλοσόφους στην Ιστορία.
Ο Νίτσε θεωρούσε πως όλη η φιλοσοφία είναι αυτοβιογραφική. Η Sue Prideaux οδηγεί τους αναγνώστες στον κόσμο ενός μεγαλοφυούς, εκκεντρικού και πολύ βασανισμένου ανθρώπου, φωτίζοντας τα γεγονότα και τους ανθρώπους που διαμόρφωσαν τη ζωή και το έργο του. Από την ήρεμη, ευλαβή, χριστιανική ανατροφή του, η οποία σκιάστηκε από τον μυστηριώδη θάνατο του πατέρα του, στο μοναχικό φιλοσοφείν στα ψηλά βουνά και τη φρίκη και τη θλίψη της τελικής διολίσθησης στην τρέλα, η Prideaux διερευνά με οξυδέρκεια και ευαισθησία τη διανοητική, συναισθηματική και πνευματική ζωή του Νίτσε.
Επιπλέον μας δίνει ολοκληρωμένες τις προσωπογραφίες των ανθρώπων που τον σημάδεψαν: του Ρίχαρντ και της Κόζιμα Βάγκνερ, της Λου Σαλομέ –της μοιραίας γυναίκας που του ράγισε την καρδιά– και της φανατικά εθνικίστριας και αντισημίτριας αδελφής του, της Ελίζαμπετ, που τον πρόδωσε παραχαράσσοντας τα κείμενά του και επιτρέποντας την κατάχρησή τους στα χέρια των Ναζί.«Η βιογραφία που λαχταρούσε ο Νίτσε από τη μέρα που έχασε τα λογικά του και αγκάλιασε ένα άλογο στην πλατεία του Τορίνο το 1889!» John Banville, The Guardian
«Έτσι θα έπρεπε να είναι κάθε βιογραφία: συναρπαστική, ευφυής, συγκινητική, και συχνά ξεκαρδιστικά αστεία». Sarah Bakewell - Φιλοσοφία
Λυκόφως των ειδώλων
Friedrich Nietzsche€15.00€13.00«Στα μισά μιας σκοτεινής υπόθεσης που απαιτεί μέγιστη υπευθυνότητα, δεν είναι και λίγο να διατηρείς– μ᾽ όποιο τέχνασμα! – ηλιόλουστη τη διάθεσή σου»: Έτσι ξεκινάει το Λυκόϕως των Ειδώλων, ένα συναρπαστικό σφυροκόπημα αιώνιων ειδώλων, ένα «διονυσιακό φινάλε» για τον φιλόσοφο στη σκιά του οποίου κινήθηκαν όλοι οι μεταγενέστεροι.
Το Λυκόφως μαζί με τον Αντίχριστο και το Ecce Homo είναι τα τρία τελευταία έργα του Φρ. Νίτσε. Γράφτηκε το 1888, τη στερνή νηφάλια χρονιά του Νίτσε, την περίοδο που ο ίδιος περιγράφει σαν «την τέλεια μέρα που όλα ωρίμαζαν».
Η τελευταία αυτή δημιουργική περίοδος του Νίτσε είναι μοναδική στα χρονικά της λογοτεχνίας, όπως τονίζει ο Στέφαν Τσβάιχ: «Ίσως ποτέ, σ᾽ ένα τόσο μικρό χρονικό διάστημα, καμιά μεγαλοφυία δεν σκέφτηκε τόσο εντατικά, υπερβολικά και ριζικά. Ποτέ ανθρώπινος νους δεν κατακλύστηκε έτσι από ιδέες, δεν γέμισε από εικόνες και δεν πλημμύρισε από μουσική, όπως ο σημαδεμένος της Μοίρας εγκέφαλος του Νίτσε».
Βγαλμένο απ’ την πολεμική σχολή της ζωής . –« Ό,τι δε με σκοτώνει, με δυναμώνει» (από τις γνωστότερες φράσεις του Λυκόφωτος) το βιβλίο στήνει νέες αξίες, χαράζει καινούργιες ορίζουσες, σπάζοντας τις πλάκες των παλιών, σ᾽ όλη τη σφαίρα της ποίησης, της ϕιλοσοϕίας, του γενικότερου στοχασμού.
Ηράκλειτος, Αριστοτέλης, Σωκράτης, Σοπενάουερ, Θουκυδίδης, Φλωμπέρ, Πλούταρχος, Ελεάτες, Δημόκριτος, Κάντ, Πασκάλ, Γκαίτε, Ρουσσώ, Σίλλερ, Δάντης, Ουγκό, Λιστ, Ζολά, Μπαλζάκ, Ραϕαέλο, Λόπε ντε Βέγα, Δαρβίνος, Ιούλιος Καίσαρ, Βάγκνερ, Ναπολέων, Ντοστογιέφσκι, Σταντάλ, Σπινόζα, Βίνκελμαν: μερικοί μόνο από όσους στηρίζουν τον πολιτισμό μας που ο Νίτσε «περνά από κόσκινο».
«Τούτο το γραφτό κεφάτο, ολέθριο, ένας δαίμονας που γελάει», όπως λέει ο φιλόσοφος στην αυτοβιογραφία του, «είναι το βιβλίο-εξαίρεση: τίποτα πλουσιότερο σε ουσίες, πιο ανεξάρτητο, πιο ανατρεπτικό». - Παλαιά-Μεταχειρισμένα
Ρολάν Μπαρτ απο τον Ρ. Μπ.
Roland Barthes€10.00έκδοση του 1977
Να, για ν’ αρχίσουμε, μερικές εικόνες: είναι το μερίδιο της τέρψης που ο συγγραφέας προσφέρει στον εαυτό του τελειώνοντας το βιβλίο του. Πρόκειται για μια τέρψη γοητείας (και κατά συνέπεια αρκετά εγωιστική). Έχω κρατήσει μόνο τις εικόνες που με συγκλονίζουν, χωρίς να ξέρω το γιατί (η άγνοια αυτή είναι χαρακτηριστικό της γοητείας, κι ό,τι πω για κάθε εικόνα δεν θα είναι παρά φανταστικό).
Ωστόσο, θα πρέπει να το παραδεχτώ, μόνον οι εικόνες της νιότης μου με γοητεύουν. Η νιότη μου δεν ήταν δυστυχισμένη, κι αυτό χάρη στη στοργή που με περιέβαλλε. Ήταν όμως αρκετά άχαρη, εξαιτίας της μοναξιάς και της υλικής σφίξης. Δεν είναι λοιπόν η νοσταλγία κάποιας ευτυχισμένης εποχής που με κάνει να στέκομαι μαγεμένος μπροστά σ’ αυτές τις φωτογραφίες, αλλά κάτι πιο συγκεχυμένο.
Όταν ο ρεμβασμός (η έκπληξη) συνθέτει την εικόνα σαν κάτι το ξεχωριστό, όταν τη μετατρέπει σε αντικείμενο μιας άμεσης απόλαυσης, δεν έχει πια καμιά σχέση με τη σκέψη -ακόμα κι αν αυτή είναι ονειροπόλα- μιας ταυτότητας. Ταράζεται και μαγεύεται από ένα όραμα που δεν είναι καθόλου μορφολογικό (δεν μοιάζω ποτέ με τον εαυτό μου), αλλά μάλλον οργανικό. Καθώς περικλείνει όλο το γονεϊκό πεδίο, η εναλλαγή των εικόνων δρα σαν ένα μέντιουμ και με βάζει σ’ επαφή με το «Εκείνο» του σώματός μου. Γεννά μέσα μου κάτι σαν χαύνο όνειρο, που οι ενότητές του είναι δόντια, μαλλιά, μύτη, λιγνάδα, γάμπες με κάλτσες μακριές, που δεν είναι δικές μου, χωρίς όμως και να ανήκουν σε κανέναν άλλον εκτός από μένα: να με λοιπόν σε κατάσταση ανησυχητικής οικειότητας: βλέπω τη ρωγμή του υποκειμένου (εκείνο ακριβώς για το οποίο το ίδιο το υποκείμενο δεν μπορεί να πει τίποτε). Έτσι η φωτογραφία της νιότης είναι συγχρόνως πολύ αδιάκριτη (είναι το μέσα σώμα μου που παραδίδεται για ανάγνωση) και πολύ διακριτική (δεν μιλάει για «μένα»).
Δεν πρόκειται, επομένως, να βρούμε εδώ παρά μόνο τις εικονίσεις μιας προϊστορίας του σώματος -ανακατεμένες με το οικογενειακό μυθιστόρημα- του σώματος αυτού που πορεύεται προς την εργασία, την απόλαυση της γραφής.