Eίμαι ο ίδιος μια αντίφαση…
€13.30 €12.00
Η έκδοση πραγματοποιήθηκε με αφορμή τη συμπλήρωση 60 ετών από τη βράβευση του Γιώργου Σεφέρη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας,
Το βιβλίο περιλαμβάνει τις δύο εμβληματικές ομιλίες του ποιητή που εκφωνήθηκαν στο Δημαρχείο της Στοκχόλμης και στο γεύμα που παρατέθηκε προς τιμήν του την επόμενη μέρα, σε τρεις γλώσσες (ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά).
Τα δύο αυτά κείμενα επιβεβαιώνουν το άσβεστο πνευματικό πάθος του για τον Τόπο, τη Γλώσσα και τη ζωντανή Παράδοση.
Η έκδοση συμπληρώνεται με φωτογραφικό υλικό.
(Τρίγλωσση έκδοση ελληνικά – αγγλικά – γαλλικά)
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική πεζογραφία
Τα νοσταλγικά
Ορφανού Γεωργία€12.00€10.80Είναι άραγε τόσο δύσκολο να γράψεις απλά;
Μοιάζει πράγματι να είναι. Γι’ αυτό ο Γιώργος Σεφέρης, σπαρακτικά σχεδόν, ζητά να του δοθεί ετούτη η χάρη. Γι’ αυτό και κείμενα με απλό, ουσιαστικό λόγο, σήμερα σπανίζουν.
«Δεν θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη.
Γιατί και το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές που σιγά σιγά βουλιάζει
Και την τέχνη μας τη στολίσαμε τόσο πολύ που φαγώθηκε
Από τα μαλάματα το πρόσωπό της …»
Αναμφίβολα, τα “Νοσταλγικά” της Γεωργίας Ορφανού την έχουν ετούτη τη χάρη. Η συγγραφέας τους, δασκάλα επί της ουσίας και όχι διδάσκουσα, δίνει μόνη της την εξήγηση στο επίμετρο.
«Τα κείμενα αυτά δεν γράφτηκαν για να παίξω, αλλά επειδή πρόσφατα είχα χάσει τη μητέρα και μετά τον άνδρα μου και πιο πολλά είναι δικές τους αφηγήσεις, είχα την εντύπωση ότι τους είχα κοντά μου όσο τα έγραφα».
Λόγος απλός και καθαρός, μια συνομιλία με απόντες που τους καλείς αναζητώντας την επικοινωνία μαζί τους, με όποιον τρόπο εσύ μπορείς να την εξασφαλίσεις. Και ένας άξιος φιλόλογος ποιόν άλλο τρόπο μπορεί να έχει πέρα από ένα χαρτί και ένα μολύβι;
Λόγος απλός και καθαρός, που περιγράφει ανθρώπινες σκηνές καθημερινού βίου. Μια συνομιλία με οικείους, χωρίς εξάρσεις, χωρίς μαλάματα.
Λόγος απλός και καθαρός γι’ αυτό και λόγος σπουδαίος. - Ελληνική πεζογραφία
Όταν ήμουν δάσκαλος
Ιωάννης Κονδυλάκηςκαι άλλα διηγήματα€11.80€10.70Με χιλιάδες σελίδες καθημερινών χρονογραφημάτων στο ενεργητικό του, ο Γιάννης Κονδυλάκης στάθηκε -ίσως, ή κυρίως γι’ αυτόν το λόγο- από τους πιο “ολιγογράφους” της γενιάς του, αφήνοντας δύο μόνον τόμους διηγημάτων και μία εκτεταμένη νουβέλα, τον πολύκροτο “Πατούχα” – αν δεν θεωρήσουμε τους “Άθλιους των Αθηνών” μέσα στις αυστηρές προδιαγραφές του προσωπικού του ύφους.
Τα διηγήματα των δύο αυτών τόμων, και εντελώς ιδιαίτερα το “Όταν ήμουν δάσκαλος” και η “Πρώτη αγάπη”, αποτυπώνουν από τη μια μεριά ανάγλυφες τις αρετές του Κονδυλάκη (λιτότητα, αίσθηση του περιττού, θεματική ευθυβολία, πολιτισμένο χιούμορ) αλλά από την άλλη αφήνουν μια γεύση πικρίας: τι θα μπορούσε περισσότερο ο Κονδυλάκης αν οι περισπάσεις του βίου και η δημοσιογραφική καθημερινότητα του επέτρεπαν μια πιο άνετη αφοσίωση στο κυρίως συγγραφικό του έργο.
Ακόμα, στην “Πρώτη αγάπη” -το κύκνειό του άσμα-, ιστορία του έρωτα ενός πεντάχρονου αγοριού προς μια πολύ μεγαλύτερή του κοπέλα, έρωτα απελπισμένου και παρατεινόμενου ως το μοιραίο τέλος (μια κλασική φροϋδική περίπτωση πριν τον Φρόυδ), η ψυχογραφική διεισδυτικότητα και η τόλμη του συνήθως νηφάλιου και “συντηρητικού” Κονδυλάκη εκπλήσσουν και γοητεύουν τον σημερινό αναγνώστη. - Ελληνική πεζογραφία
Το δέντρο
Παντελής ΠρεβελάκηςΟ Κρητικός, βιβλίο πρώτο€14.71€13.30Από την ισκιαδερή μεριά του Ψηλορείτη, πάνω σε μια κορφούλα μέσα στο λαγκάδι του Αμαριού, στέκει ένα θεορατικό χάλασμα που οι ντόπιοι το λένε Μεροβίγλι και που σε περασμένο καιρό είταν βενετικός πύργος. Οι αγριοσυκιές, οι βάτοι κ’ η τσουκνίδα θρασεύουνε στα πόδια του, και τα Όρνια, πούχουν τις φωλιές τους στα ρημάδια, στρινιάζουν κάθε τόσο ψηλά από τα μπεντένια του και φοβερίζουν την ερημιά. Γκρεμισμένες οι καμάρες του, τρύπιοι οι κουμπέδες του, χορταριασμένα τα ντουβάρια. Και μονάχα αντιπαλεύει την υβρισιά του καιρού και του θανάτου μια δρακοντική μονόπετρα, εν’ ανώφλι, με χαραγμένα πάνω του τα λόγια: ΑΡΧΗ ΣΟΦΙΑΣ ΦΟΒΟΣ ΚΥΡΙΟΥ. ΔΟΓΗΣ ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΙΟΣ ΤΡΕΒΙΖΑΝΟΣ ΕΤΟΣ ΚΥΡΙΟΥ 1554. Κάθε πρωί, ο αφέντης Ήλιος, όταν καβαλάει το ζυγό του Ψηλορείτη και κορφοκοιτάζει λιόφυτα κι αμπέλια, χτυπάει με τη ματιά του και την πέτρα. Κι αυτή, άσπρη απ’ τις βροχές και παστρική απ’ τους ανέμους, δέχεται γελούμενη το καλημέρισμα και του το γυρίζει σπιθίζοντας.