Εικόνες της κρητικής τέχνης
€72.00 €50.00
Α΄ έκδοση 1993
Συνέκδοση με τις «Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης»
Εισαγωγή Μανόλη Χατζηδάκη. Επιστημονική επιμέλεια Μανόλη Μπορμπουδάκη
Σχετικά προϊόντα
- ΚΡΗΤΙΚΑ
Λες και ήταν χθες! Μνήμες… από το παλιό Ηράκλειο
Σάββας Δημήτριος€15.00€13.00Δεν έχουν μόνο οι άνθρωποι ιστορίες, έχουν και οι πόλεις τη δική τους που καταγράφεται στα μνημεία τους, αποτυπώνεται στην μνήμη των ανθρώπων, προσδιορίζει την πορεία και την εξέλιξή τους στο χρόνο. Η ιστορία συνήθως καταγράφει ηρωικά γεγονότα και, κατά κανόνα πράξεις σπουδαίων ανδρών. Είναι απρόσωπη και απαλλαγμένη από συναισθηματισμούς. Υπάρχει όμως και η λεγόμενη “μικρή ιστορία ” ο ηρωισμός των μικρών πράξεων, ο αγώνας της καθημερινής ζωής. Η πόλη μας έχει το προνόμιο να διαθέτει πλούσια ιστορία και στις δυο της εκδοχές. Έχει μακρά διαδρομή και μέσα από τις πολυποίκιλες μεταβολές της τύχης, γνώρισε στιγμές θριάμβου αλλά και ώρες δύσκολες. Περιόδους εξαιρετικής άνθησης των γραμμάτων και των τεχνών και διαδρομές σε σκοτεινές περιόδους.
- Ιστορία
Οικόπεδο Πανταχόθεν Ελεύθερο.
Γήσης Παπαγεωργίου€19.00€17.10“Τους Κρητικούς στην Κρήτη δεν τους έβανε ο Θεός ούτε ξεφυτρώσανε απ’ το χώμα όπως το σταμναγκάθι κι οι αβρονιές. Απ’ αλλού ξεκινήσανε κι αλλού πηγαίνανε και πετύχανε στον δρόμο τους την Κρήτη και την εκάτσανε. […] Πιάσανε όλοι μαζί και κοιτάζανε την Κρήτη. Και τότε ανακαλύψανε πως, εκεί που ήτανε φουνταρισμένη στη Μεσόγειο, έμοιαζε με αεροπλανοφόρο. – Τα αεροπλάνα όμως δεν έχουνε εφευρεθεί ακόμα. – Θα ‘ρθει κι η ώρα τους. Διότι, σου λέει ο πάσα ένας ο ενδιαφερόμενος για τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, σιγά μην κάθομαι να περιμένω την εφεύρεση. Ας έχω εγώ το αρμόδιο εργαλείο κι όταν εφευρεθούνε τα ιπτάμενα να ‘χω πού να τα βάλω”. “Στην Ιστορία μπαίνεις, άμα ποτέ σου δοθεί η ευκαιρία, με δυο τρόπους. Ο ένας είναι να μπεις από την πόρτα την καλή, όρθιος, καμαρωτός και να σου βαράνε και παλαμάκια. Ο άλλος είναι να στηθείς όξω από την πόρτα υπηρεσίας, να περιμένεις να σκοτεινιάσει κι όταν θα βγάλουνε τον ντενεκέ με τα σκουπίδια για να τον αδειάσουνε, να σαλτάρεις στον άδειο σκουπιδοντενεκέ κι εκεί να μείνεις. […] Τι να την κάνω τη νίκη σου, ρε κακομοίρη, όταν δε νοιώθεις να βάνεις και μια στάλα μεγαλείο δίπλα της; Η νίκη για να μετρήσει θέλει μεγαλείο. Ψυχής μεγαλείο, βουβό. Όχι καραμούζες, τούμπανα, παράτες και νάιλον στεφάνια. Νίκη χωρίς μεγαλείο είναι έγκλημα”.
- Ελληνική πεζογραφία
Όταν ήμουν δάσκαλος
Ιωάννης Κονδυλάκηςκαι άλλα διηγήματα€11.80€10.70Με χιλιάδες σελίδες καθημερινών χρονογραφημάτων στο ενεργητικό του, ο Γιάννης Κονδυλάκης στάθηκε -ίσως, ή κυρίως γι’ αυτόν το λόγο- από τους πιο “ολιγογράφους” της γενιάς του, αφήνοντας δύο μόνον τόμους διηγημάτων και μία εκτεταμένη νουβέλα, τον πολύκροτο “Πατούχα” – αν δεν θεωρήσουμε τους “Άθλιους των Αθηνών” μέσα στις αυστηρές προδιαγραφές του προσωπικού του ύφους.
Τα διηγήματα των δύο αυτών τόμων, και εντελώς ιδιαίτερα το “Όταν ήμουν δάσκαλος” και η “Πρώτη αγάπη”, αποτυπώνουν από τη μια μεριά ανάγλυφες τις αρετές του Κονδυλάκη (λιτότητα, αίσθηση του περιττού, θεματική ευθυβολία, πολιτισμένο χιούμορ) αλλά από την άλλη αφήνουν μια γεύση πικρίας: τι θα μπορούσε περισσότερο ο Κονδυλάκης αν οι περισπάσεις του βίου και η δημοσιογραφική καθημερινότητα του επέτρεπαν μια πιο άνετη αφοσίωση στο κυρίως συγγραφικό του έργο.
Ακόμα, στην “Πρώτη αγάπη” -το κύκνειό του άσμα-, ιστορία του έρωτα ενός πεντάχρονου αγοριού προς μια πολύ μεγαλύτερή του κοπέλα, έρωτα απελπισμένου και παρατεινόμενου ως το μοιραίο τέλος (μια κλασική φροϋδική περίπτωση πριν τον Φρόυδ), η ψυχογραφική διεισδυτικότητα και η τόλμη του συνήθως νηφάλιου και “συντηρητικού” Κονδυλάκη εκπλήσσουν και γοητεύουν τον σημερινό αναγνώστη. - Ελληνική πεζογραφία
Παντέρμη Κρήτη
Παντελής ΠρεβελάκηςΧρονικό του σηκωμού του '66€17.76€16.00Οι τάφοι από το σηκωμό του 66 παίρνανε πια να χλοΐζουνε. Τα κούτσουρα στα λιόφυτα και στ’ αμπέλια πετούσανε βλαστάρια και φύλλα. Στα χορταριασμένα χαλάσματα, οι χελιδόνες κουβαλούσανε τα φρύγανα και τη λάσπη να χτίσουνε καινούριες φωλιές. Τα γυναικόπαιδα της Κρήτης γυρίζανε καραβιές-καραβιές από τη λεύτερην Ελλάδα να ξαναρίξουνε ρίζα στο χώμα που τα γέννησε. Τρεις κάπου χρόνους, είχανε πορευτεί με το ζητιανοκόματο της προσφυγιάς είχανε στραγγισμένα τα μάτια τους να κλαίνε τους άντρες που σφαγιάζουνταν στο νησί είχανε πάνω τους σηκωμένα όσα ο άνθρωπος μπορεί να βαστάξει. Με το γονάτισμα του Σηκωμού, δένανε κόμπο την καρδιά τους και κινούσανε να ξαναμπούνε στη σκλαβιά – φτάνει να ματαδούνε τα μέρη τους και να θυμιάσουνε το χώμα όπου λιώναν οι άντρες κ’ οι πατεράδες τους. Παντέρμη Κρήτη! Έτσι είχανε πράξει -γενεές γενεών πρωτήτερα- κ’ οι γονέοι τους ύστερα από τον κάθε Σηκωμό.
